ΓΛΩΣΣΑ
ΣΗΜΑΣΙΑ
• Συμβάλλει στην πνευματική συγκρότηση του ατόμου :
1. Είναι φορέας ιδεών, απόψεων και πεποιθήσεων.
2. Παρέχει τη δυνατότητα της ικανοποίησης της φιλομάθειας.
3. Διευρύνει τους γνωστικούς ορίζοντες.
4. Βοηθά το άτομο να μπορεί να εκφράσει τις λεπτές και
δυσδιάκριτες σημασιολογικές αποχρώσεις μιας έννοιας
• Στην πολιτική ζωή :
1. Οι άνθρωποι ανταλλάσσουν πολιτικές απόψεις, επιχειρηματολογούν,
συναινούν ή διαφωνούν σε πολιτικά ζητήματα.
Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΩΝ ΝΕΩΝ
Ο ιδιαίτερος τρόπος ομιλίας και επικοινωνίας
των νέων
ΑΙΤΙΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΥ
ΓΛΩΣΣΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΤΩΝ ΝΕΩΝ
1. Ανάγκη επικοινωνίας και
ένταξης σε παρέες συνομηλίκων
2 Αποφυγή της
ευγένειας και της τυπικότητας που χαρακτηρίζει την επικοινωνία ατόμων
μεγαλύτερων σε ηλικία.
3. Έκφραση ιδεολογικής ,
πολιτικής , κοινωνικής διαμαρτυρίας και αντίδρασης.
4. Απόρριψη και αμφισβήτηση
καθιερωμένων τρόπων συμπεριφοράς , καθώς και παραδοσιακών θεσμών ( σχολείο ,
οικογένεια , κράτος ).
5. Επίδραση ξένης
κουλτούρας ( συμπεριφορά , ενδυμασία , τρόπος ψυχαγωγίας , μουσική , γλώσσα ).
6. Ανάγκη πρωτοτυπίας και
εκφραστικότητας που εκδηλώνεται με τη γλώσσα.
7. Επίδειξη επαναστατικότητας
και των προοδευτικών αντιλήψεων των νέων.
8. Ανάγκη διαφοροποίησης
από τους μεγαλύτερους.
9. Προώθηση του ιδιαίτερου
γλωσσικού κώδικα των νέων από τα ΜΜΕ.\
ΓΛΩΣΣΟΜΑΘΕΙΑ
Ορισμός.
Γλωσσομάθεια
είναι η γνώση μιας ή περισσότερων ξένων γλωσσών.
Η σημασία της.
Η γλωσσομάθεια συμβάλλει στην πνευματική
καλλιέργεια του ατόμου:
- η μελέτη μιας ξένης γλώσσας δημιουργεί νέους ορίζοντες στον πνευματικό κόσμο. Τα εκφραστικά μέσα, ο λεξιλογικός πλούτος διευρύνουν το γνωστικό πεδίο και εμπλουτίζουν τη σκέψη
- παράλληλα, η εκμάθηση της γραμματικό-συντακτικής δομής μιας άλλης γλώσσας και η σχετικές ασκήσεις αναπτύσσουν την κριτική ικανότητα του μαθητή.
Η γνώση
ξένων γλωσσών καθίσταται αναγκαία για την αναβάθμιση του μορφωτικού επιπέδου
ενός νέου, γιατί:
- η σύνθεση μιας επιστημονικής εργασίας (όπως η πτυχιακή, η μεταπτυχιακή, η διατριβή κ.λ.π.) απαιτεί την αξιοποίηση της διεθνούς βιβλιογραφίας.
- η φοίτηση σε πανεπιστημιακά ιδρύματα του εξωτερικού προϋποθέτει την ουσιαστική γνώση ξένης γλώσσας.
- παράλληλα, η γνώση μιας άλλης γλώσσας παρέχει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να γνωρίσει καλύτερα την εθνική του γλώσσα, με τη συγκριτική εξέταση και τη συνειδητοποίηση της μοναδικότητας.
Η γνώση μιας ξένης γλώσσας διευρύνει τις
επαγγελματικές δυνατότητες του ατόμου:
- παρέχει στον επαγγελματία τη δυνατότητα να παρακολουθεί σεμινάρια σε διεθνείς συναντήσεις που αφορούν την πληρέστερη κατάρτιση του στο αντικείμενο της απασχόλησης του. Ευνοεί την απρόσκοπτη επαγγελματική επαφή και διευρύνει το πλαίσιο των συναλλαγών, ιδιαίτερα στη σύγχρονη εποχή της παγκοσμιοποίησης.
- η επαρκής γνώση μιας ξένης γλώσσας συνιστά αναγκαίο επαγγελματικό εφόδιο, για να αναλάβει το άτομο μια εργασιακή θέση ή να ανελιχθεί στον τομέα της απασχόλησης του.
- προσφέρει νέες θέσεις εργασίας. Δημιουργεί μια σειρά επαγγελμάτων, όπως δασκάλους ξένων γλωσσών.
Η
γλωσσομάθεια ευνοεί τη βαθύτερη επικοινωνία μεταξύ των λαών και διαμορφώνει
πνεύμα οικουμενικής συνείδησης:
- με την άμεση πληροφόρηση αποτρέπεται οποιαδήποτε παραμόρφωση της πραγματικότητας και διαμορφώνεται μια σφαιρική άποψη, που αντιστοιχεί περισσότερο στην αλήθεια.
- ο άνθρωπος μπορεί να έχει μια ουσιαστική επαφή με τον τρόπο σκέψης, τη νοοτροπία, την ευρύτερη κουλτούρα ενός λαού. Η επαφή αυτή τον βοηθά να απαλλαγεί από προκαταλήψεις και προϊδεασμούς.
- το άτομο μπορεί να εντρυφήσει στις πτυχές της ιστορίας, της λογοτεχνίας και, ευρύτερα, του πολιτισμού των άλλων λαών .
Εμπλουτίζει την αισθητική του με στοιχεία από την καλλιτεχνική δημιουργία των
άλλων λαών και διευρύνει τις ψυχαγωγικές επιλογές, γιατί με την εκμάθηση μιας
ξένης γλώσσας ο άνθρωπος μπορεί να:
- απολαμβάνει με άμεσο τρόπο -χωρίς την, ενδεχομένως, παραμορφωτική διαμεσολάβηση του μεταφραστή- την καλλιτεχνική δημιουργία αλλόγλωσσων χωρών (τραγούδι, κινηματογράφος, λογοτεχνική παραγωγή κ.λ.π.)
- κατανοεί την αισθητική ιδιαιτερότητα του εθνικού πολιτισμού και τα στοιχεία που τον διαφοροποιούν
Η
γλωσσομάθεια επιδρά ευεργετικά στην ψυχολογία του ανθρώπου:
- τονώνει την αυτοπεποίθηση του η συναίσθηση πως μπορεί, χωρίς συμπλέγματα κατωτερότητας, να επικοινωνεί και να συναλλάσσεται απρόσκοπτα και ισότιμα με τους πολίτες άλλων χωρών.
- αντιμετωπίζει με μεγαλύτερη αισιοδοξία το επαγγελματικό του μέλλον, γιατί διαθέτει το εφόδιο μιας ξένης γλώσσας, που θεωρείται απαραίτητο προσόν στο ιδιαίτερα ανταγωνιστικό εργασιακό περιβάλλον της εποχής μας.
Η
ανάπτυξη του τουρισμού και η καθιέρωση των ταξιδιών ως μέσου ψυχαγωγίας
επιβάλλουν τη γνώση των ξένων γλωσσών, για να είναι δυνατή η επικοινωνία με
τους άλλους λαούς.
Συμβάλλει στην ανάπτυξη της οικονομίας. Επιτρέπει το άνοιγμα των αγορών, τη
μεγιστοποίηση της παραγωγής, τη βελτίωση της ποιότητας των προϊόντων, λόγω του
οικονομικού ανταγωνισμού. Δημιουργείται μια παγκόσμια αγορά.
Το άτομο
εμπλουτίζει τις αξίες του, προωθεί την ειρήνη και τη δημοκρατία
Η
παγκοσμιοποίηση της ζωής, απαιτεί επιστημονική, επαγγελματική και οικονομική
διεθνή ενημέρωση.
Αρνητικά της
γλωσσομάθειας:
Η
ανάλωση μεγάλου χρόνου για την εκμάθηση ξένων γλωσσών σε βάρος της
καλλιέργειας της εθνικής γλώσσας.
Η
συμπλεγματική διάθεση που μπορεί να δημιουργηθεί από τις κυριαρχούσες γλώσσες,
όπως είναι σήμερα η αγγλική. Μια τέτοια διάθεση προκαλεί την ξενομανία και το
μιμητισμό.
Ο
κίνδυνος αλλοτρίωσης της εγχώριας γλώσσας, όταν σε ορισμένες εκφράσεις
υποκαθίσταται από ξενικούς όρους, ενώ υπάρχουν αντίστοιχοι στη γλώσσα μας.
Η γλώσσα
κάθε λαού είναι φορέας του πολιτισμού του. Επομένως, υπάρχει ο κίνδυνος έμμεσης
και άκριτης/ υποσυνείδητης υιοθέτησης των αξιών, των αντιλήψεων, της νοοτροπίας
κ.λ.π. ενός άλλου πολιτισμού, που μπορεί να οδηγήσει όχι μόνο στη γλωσσική
αλλά και στην πολιτιστική παραμόρφωση μιας χώρας.
Η γλωσσομάθεια
είναι πιο αναγκαία σε έναν Έλληνα, γιατί:
Η χώρα
μας είναι πληθυσμιακά μικρή.
Οι
Έλληνες ταξιδεύουν συχνά σε ξένες χώρες.
Η
βιβλιογραφία μας δεν είναι αρκετά αναπτυγμένη και, επομένως, ο μελετητής είναι
ανάγκη να χρησιμοποιεί ξένη βιβλιογραφία για την επιστημονική του κατάρτιση.
Για τους
ανθρώπους που ζουν και εργάζονται σε ξένη χώρα, η εκμάθηση της γλώσσας της
είναι ιδιαίτερα αναγκαία, γιατί:
Διευκολύνει την εύρεση ή την επιλογή μιας καλύτερης εργασίας.
Βοηθά
την ενσωμάτωση τους στη νέα κοινωνική πραγματικότητα.
Ευνοεί
την επαφή τους με τον πνευματικό πολιτισμό της ξένης χώρας.
Γλώσσα και
έθνος.
«…Γλώσσα και
πατρίδα είναι το ίδιο. Να πολεμά κανείς για την πατρίδα του ή για την εθνική
του γλώσσα, ένας είναι ο αγώνας. Πάντα αμύνεται περί πάτρης».
Γ. Ψυχάρη «Το
ταξίδι μου»
Κάθε έθνος έχει
τα δικά του ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που το διαφοροποιούν από τα άλλα. Αυτά
αποτελούν την εθνική του ταυτότητα. Αν ένα έθνος θέλει να διατηρεί την εθνική
του ανεξαρτησία και την ιδιαίτερη υπόσταση του, πρέπει να διατηρεί τα στοιχεία
της εθνικής του ταυτότητας. Διαφορετικά, η απώλεια των στοιχείων αυτών θα
οδηγήσει νομοτελειακά στην υποτέλεια. Πρωταρχικό στοιχείο εθνικής ταυτότητας
είναι, φυσικά, η γλώσσα. Ειδικά για τη χώρα μας, η διατήρηση και καλλιέργεια
της, έχει ιδιαίτερη σημασία, αφού:
- ομιλείται μόνο στην Ελλάδα,
- έχει το δικό της αλφάβητο,
- έχει ιδιαιτερότητα και δε μοιάζει με άλλη.
Η γλώσσα,
άλλωστε, είναι έκφραση του πολιτισμού μιας χώρας. Όταν λοιπόν αυτή χάνεται ή
αλλοιώνεται, τότε αποκόπτεται κάθε δυνατότητα πρόσβασης στο παρελθόν και στον
πολιτισμό μας. Αυτή εκφράζει τα ήθη, τα έθιμα, η νοοτροπία και η παράδοση ενός
τόπου. Είναι εύλογο λοιπόν πως σε μια εποχή «έμμεσης αποικιοκρατίας», όπου τα
οικονομικά εύρωστα κράτη συρρικνώνουν τον πολιτισμό μιας χώρας με ασθενέστερη
οικονομία, η μόνη ίσως δικλείδα ασφαλείας, είναι η διατήρηση της πολιτιστικής
μας ιδιαιτερότητας.
«Όταν αρνείσαι
τη γλώσσα σου, αρνείσαι την ψυχή σου και την πατρίδα σου».
Πατρίδα ενός
λαού είναι όχι μόνο η επικράτεια του έθνους, ο γεωγραφικός χώρος αλλά κυρίως ο
πολιτισμός του. Σ` αυτόν πρωτεύουσα θέση κατέχει η εθνική γλώσσα. Η γλώσσα
εκφράζει το χαρακτήρα και την πνευματική φυσιογνωμία κάθε λαού. Κάθε λαός
αποτυπώνει στη γλώσσα του τη σκέψη και τη νοοτροπία, τις πνευματικές του
κατακτήσεις, δημιουργώντας έτσι Παράδοση και ιστορική συνέχεια. Γι’ αυτό,
εξάλλου, και η γλώσσα ενός λαού δε μένει στάσιμη, αλλά εξελίσσεται, ανάλογα με
τις πολιτιστικές ή άλλες μεταβολές που υφίσταται ο λαός αυτός. Η γλώσσα
αποτελεί τον κύριο παράγοντα συνειδητοποίησης της εθνικής του ταυτότητας. Σε
περιόδους κρίσης, η διατήρηση και καλλιέργεια της γλώσσας αποτελεί παράγοντα
επιβίωσης του. Αποτελώντας στοιχείο του εθνικού πολιτισμού, που διαφοροποιεί
ένα έθνος από τα άλλα, και εκφράζοντας την πολιτιστική ιδιαιτερότητα του,
ομοψυχοποιεί τα μέλη της κοινότητας. Μέσω της γλώσσας συνειδητοποιούν την
καταγωγή, την κοινή ιστορική πορεία και ιδιοπροσωπία τους ως λαού.
ΠΗΓΗ: http://stefanu.wordpress.com/2007/11/29/60/#more-60
Θέμα : εφηβεία
M Ορισμός : είναι η περίοδος της ζωής του ανθρώπου, που τη χαρακτηρίζει η
βαθμιαία μετάβαση από την παιδική ηλικία στο στάδιο της ωριμότητας. Η λέξη
προέρχεται ετυμολογικά από το ρ. εφηβεύω ( επί + ήβη [νεότητα] = γίνομαι
έφηβος).
M Η συγκεκριμένη εποχή της ζωής του ανθρώπου είναι ιδιαίτερα σημαντική γιατί
: το άτομο – ο έφηβος –
αναπτύσσεται σωματικά, πνευματικά και ψυχικά. Αναλυτικότερα : στο στάδιο της
εφηβείας ολοκληρώνεται η σωματική ανάπτυξη με τη βοήθεια των ενδοκρινών αδένων, η πνευματική εξέλιξη με την ανάπτυξη του
εγκεφάλου σε όγκο και βάρος και η ψυχολογική ωρίμανση με τις επιδράσεις που δέχεται από το περιβάλλον του. Οι αλλαγές αυτές επιδρούν
στο χαρακτήρα και τη συμπεριφορά. Κατά τον Αριστοτέλη οι νέοι είναι
«επιθυμητικοί»(=κατέχονται από επιθυμίες), «φιλότιμοι» και «μεγαλόψυχοι», αλλά
ταυτόχρονα και «οξύθυμοι»(=ευερέθιστοι), «εύπιστοι»(= ευκολόπιστοι) και
«ευτράπελοι»(= αστείοι) (Ρητορική, Β΄ κεφ. 11).
M Τα κυριότερα χαρακτηριστικά της εφηβείας :
1. η εφηβεία είναι μια φάση μετάβασης από την παιδική ηλικία στην ενηλικίωση.
2. είναι μια εποχή μεγάλη, σοβαρή, άξια προσοχής και μελέτης.
3. κατά τη διάρκειά της πρόκειται να συμβούν δραστικές βιολογικές,
ψυχολογικές, πνευματικές και κοινωνικές αναδιοργανώσεις στο άτομο.
4. είναι περίοδος γεμάτη αντιφάσεις.
5. είναι μια εποχή γεμάτη ζωντάνια, δράση, ηρωισμό, ρομαντισμό, επαναστάσεις,
αντιρρήσεις, αντιδράσεις αλλά και ακεφιές και αδράνεια.
6. οι αλλαγές που επέρχονται σ’ όλα τα αναπτυξιακά στάδια δεν γίνονται
συγχρονισμένα, ταυτόχρονα.
7. είναι μια εποχή προβληματισμού, αναζήτησης του εγώ, αλλά και του
επαγγελματικού προσανατολισμού.
M Η εφηβεία είναι μια εποχή με αντιδράσεις · τρόποι εκδήλωσης της εφηβικής
αντίδρασης : οι νέοι αντιδρούν με ποικίλους τρόπους προς τους ενήλικες ανάλογα με τη
συμπεριφορά των ενηλίκων, την προσωπικότητά τους και το πρόβλημα που προκύπτει. Οι
κυριότεροι τρόποι είναι :
1. με (μικρές ή μεγάλες) επαναστάσεις που μπορούν να οδηγήσουν ακόμη και σε
παθογενή κοινωνική συμπεριφορά (παρανομία, ναρκωτικά, ομάδες περιθωρίου…).
2. με εσωστρέφεια : κλείνονται στον εαυτό τους, θεωρούν πως οι γονείς τους δεν τους
κατανοούν και αποσύρονται σε μια μοναξιά που οι γονείς δεν υποπτεύονται και που
κάποιες φορές μπορεί να έχει απρόβλεπτα αποτελέσματα (αυτοκτονίες, ένταξη σε
παραθρησκευτικές / παραψυχολογικές οργανώσεις).
M η εφηβεία μια εποχή γεμάτη αντιφάσεις :
1. ο έφηβος καταπολεμά τις παραδοσιακές αξίες, αλλά και έχει ανάγκη από
πρότυπα συμπεριφοράς και ακολουθεί ιδεολογίες ή πιστεύει τυφλά σε νέες
αυθεντίες.
2. αμφισβητεί την προστατευτικότητα των γονιών, αλλά και τους κατηγορεί για
αδιαφορία.
3. έχει ανάγκη από την παρουσία ανθρώπων γύρω του, αλλά και πολύ συχνά αποζητά
την μοναξιά.
4. συνειδητοποίηση της σεξουαλικότητάς του, που άλλοτε τη
διατυμπανίζει και άλλοτε προσπαθεί να την αποκρύψει.
M η εφηβεία μια εποχή γεμάτη αμφισβητήσεις : τομείς που
εντοπίζεται η αμφισβήτηση :
1. δομή της κοινωνίας : κοινωνικές ανισότητες, εκμετάλλευση, συμβιβασμός,
καταπίεση, δουλοπρέπεια.
2. θέση της νεολαίας στην κοινωνία : διεκδικούν την ενεργητική συμμετοχή τους
στο κοινωνικό σύνολο.
3. πολιτικό σύστημα : αμφισβητούν το κύρος της εξουσίας που νομιμοποιεί την
αδικία, την έλλειψη της ελευθερίας, της ειρήνης.
4. τις παραδοσιακές οικογενειακές σχέσεις(αυταρχισμός, υπερπροστασία των
γονέων).
5. παραδόσεις (πατρίδα, θρησκεία, ήθη και έθιμα).
6. εκπαίδευση.
7. προσωπικές σχέσεις(φιλία, έρωτας…).
M Οι αλλαγές που παρατηρούνται στις σχέσεις εφήβων και των γονιών τους :
1. το αλάθητο των γονέων κλονίζεται στην συνείδηση του νέου.
2. ο νέος διεκδικεί την αυτονομία του και την αναγνώριση της προσωπικότητας
του.
3. επιδιώκει να απαλλαγεί από τον προστατευτικό κλοιό των γονέων, τον οποίο
αντιλαμβάνεται ως καταπιεστική συμπεριφορά και παρέμβαση στην προσωπική του
ζωή.
4. θεωρεί τις ιδέες των γονέων του αναχρονιστικές, ξεπερασμένες και
προσκολλάται σε ιδέες και τρόπους ζωής που τονίζουν τη διαφορά νοοτροπίας
ανάμεσα σ’ αυτόν και τους γονείς του.
Οι σχέσεις γίνονται πιο δυσχερείς, όταν οι γονείς αγνοούν την ιδιαιτερότητα
της εφηβικής ηλικίας και τις εσωτερικές αλλαγές που βιώνει ο έφηβος. Τα
προβλήματα περιορίζονται, όταν οι γονείς είναι φορείς προοδευτικών αντιλήψεων
και μπορούν με το διάλογο να δημιουργήσουν μαζί του σχέσεις ουσιαστικής
επικοινωνίας και αμοιβαίου σεβασμού.
M Τα προβλήματα ενός νέου στην εποχή μας :
1. οι σπουδές του και ό,τι συνεπάγονται αυτές (απομάκρυνση από το οικογενειακό περιβάλλον, οικονομική εξάρτηση από
την οικογένεια…)
2. το ζήτημα της επαγγελματικής του αποκατάστασης γίνεται εντονότερη σήμερα
λόγω της αυξανόμενης ανεργίας και την έλλειψη σωστού επαγγελματικού
προσανατολισμού.
3. οι σχέσεις με το άλλο φύλο. Οι κοινωνικές προκαταλήψεις, ο πουριτανισμός
(κυρίως στην επαρχία), τα ήθη και τα έθιμα δημιουργούν φραγμούς στην σεξουαλική
απελευθέρωση του νέου.
4. υπάρχει πρόβλημα σωστής παιδείας και γενικότερης μόρφωσης, που να
ολοκληρώνει την προσωπικότητα του νέου. Η σημερινή παιδεία στηρίζεται στην
εξειδίκευση των γνώσεων και των προσανατολισμών (κυρίως επαγγελματικών) των
νέων από πολύ νωρίς.
5. ένταξη στην κοινωνία ∙ αναζητώντας ο νέος σήμερα το κοινωνικό του στίγμα
οδηγείται συχνά σε ανορθόδοξους τρόπους κοινωνικής προσαρμογής (επιθετικότητα,
έγκλημα, άγχος, ναρκωτικά…)
6. το χάσμα γενεών (εντοπίζεται σε: οικογένεια, σχολείο, κοινωνία).
7. ηθικά προβλήματα · έλλειψη προτύπων και ιδανικών. Οι νέοι αντιμετωπίζουν
έντονο πρόβλημα επιλογών, καθώς διαπιστώνουν ότι όσα διδάχτηκαν από την
οικογένεια και το σχολείο δεν γίνονται πράξη στην καθημερινή ζωή.
8. η έλλειψη χρόνου.
M Κατανομή ευθυνών :καθοριστικοί παράγοντες για την επίλυση
των προβλημάτων είναι :
1. κοινωνία : για τα προβλήματα των
νέων οι ευθύνες αναζητούνται στην οικογένεια, την παιδεία, την πολιτεία και το
ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον. Με την κατάλληλη αγωγή και την προβολή υψηλών
ιδανικών οι παράγοντες αυτοί μπορούν να προλάβουν τέτοιου είδους προβλήματα.
2. νέοι :οι νέοι δεν ευθύνονται βέβαια για την κοινωνική κατάσταση που τους
κληροδότησαν οι μεγάλοι, όμως οφείλουν να αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους για τα
προβλήματα που δημιουργούν και που υφίστανται και οι ίδιοι τις συνέπειές τους.
Απαιτείται προσπάθεια για συνεχή αυτοβελτίωση και συνεργασία με τους
μεγαλύτερους ώστε να οδηγηθούν στην επίλυση των προβλημάτων τους.
M Ληπτέα μέτρα για την επίλυση των προβλημάτων της εφηβείας :
1. κοινωνικοποίηση των νέων με το διάλογο
2. παιδεία, αγωγή και επαγγελματική εξειδίκευση που να εφοδιάζουν το νέο, εκτός από τα επαγγελματικά εφόδια, και με τις
ανάλογες αρετές, όπως αγάπη, δικαιοσύνη, ελευθερία, αισιοδοξία, αλληλεγγύη, θάρρος, αυτογνωσία και αυτοπειθαρχία.
Η λύση είναι δυνατή, όταν κάθε φορέας αναλάβει τις ευθύνες του
και συνειδητοποιήσει το
χρέος του απέναντι στη νεολαία. «Όταν πάψουμε να συμπαθούμε τη νεότητα,
τότε το έργο
μας σ’ αυτό τον κόσμο τελείωσε» (ΜMcDonald, Άγγλος πολιτικός, 1866 –
1937).
ΑΝΑΛΦΑΒΗΤΙΣΜΟΣ
Ορισμός.
Αναλφαβητισμός είναι η αδυναμία του
ατόμου να γράφει, να διαβάζει και να κατανοεί το περιεχόμενο ενός απλού
κειμένου.
Διακρίνεται σε:
·
πλήρη (οργανικό) αναλφαβητισμό: πλήρης
άγνοια ανάγνωσης και γραφής
·
μερικό (λειτουργικό) αναλφαβητισμό:
ικανότητα ανάγνωσης αλλά όχι και γραφής.
Αίτια του φαινομένου.
·
Η οικονομική ανέχεια, η φτώχεια
αποτελούν την κύρια αιτία: η ανάγκη για βιοπορισμό εξαναγκάζει τα παιδιά φτωχών
οικογενειών να εργάζονται, με συνέπεια να αδυνατούν να φοιτήσουν στον
εκπαιδευτικό θεσμό.
·
Η πολιτεία δε διασφαλίζει για τις
ασθενέστερες κοινωνικές τάξεις τις απαιτούμενες προϋποθέσεις.
·
Πολλοί αποδίδουν την κατάσταση του
αναλφαβητισμού σε πολιτικές σκοπιμότητες γιατί:
ü
τα ανελεύθερα και αντιδημοκρατικά
καθεστώτα επιβιώνουν όταν οι πολίτες, λόγω του χαμηλού μορφωτικού τους επιπέδου,
γίνονται εύκολα αντικείμενο εκμετάλλευσης και πολιτικής χειραγώγησης.
ü
οι αναλφάβητοι εξυπηρετούν τα
αντιδημοκρατικά πολιτεύματα, γιατί δεν αναπτύσσουν την αναγκαία κριτική
ικανότητα και υγιή πολιτική συνείδηση, με αποτέλεσμα να οπαδοποιούνται και να
μεταβάλλονται σε άβουλα, μαζοποιημένα άτομα.
·
Οι προκλητικές κοινωνικές ανισότητες
καθιστούν ουτοπικό το δικαίωμα της μόρφωσης και της εξασφάλισης ίσων
εκπαιδευτικών ευκαιριών για τις μη προνομιούχες ομάδες του πληθυσμού.
·
Η ανισότητα των δύο φύλων και οι
σχετικές προκαταλήψεις στέρησαν από τη γυναίκα τη δυνατότητα να δεχτεί τις
ευεργετικές επιδράσεις της παιδείας.
·
Η πολιτεία δεν προνοεί για την
εξασφάλιση των αναγκαίων προϋποθέσεων:
- αδιαφορεί για την κατάρτιση προγραμμάτων λαϊκής επιμόρφωσης
- δεν επεκτείνει την ίδρυση ειδικών σχολείων για τα άτομα με μαθησιακές δυσκολίες που αδυνατούν να παρακολουθήσουν το ρυθμό μάθησης των άλλων σχολείων.
ü Οι μη ομαλές ιστορικές και
πολιτικές περίοδοι συμβάλλουν στη δημιουργία του προβλήματος:
- οι διαρκείς πόλεμοι (στην περίοδο της κατοχής και του εμφυλίου στη χώρα μας)
- οι ανώμαλες πολιτικές καταστάσεις (όπως οι δικτατορίες).
ü Οι δυσπρόσιτες περιοχές
(ορεινές, απομακρυσμένες από τα αστικά και ημιαστικά κέντρα) δυσχεραίνουν τη
μετάβαση του μαθητικού πληθυσμού στην έδρα των σχολείων.
ü Ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια
από τις υπανάπτυκτες προς τις αναπτυγμένες χώρες παρατηρείται ένα μεγάλο
μεταναστευτικό ρεύμα. Οι νεαροί μετανάστες αδυνατούν για αντικειμενικούς λόγους
να παρακολουθήσουν μαθήματα. Σε πολλές, μάλιστα, περιπτώσεις το πρόβλημα
επιτείνεται από τη ρατσιστική αντιμετώπιση τους.
Συνέπειες.
Για το άτομο
ü Προκαλεί σοβαρές δυσχέρειες στην
εύρεση εργασίας και οδηγεί στην υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου.
ü Οι αυξημένες απαιτήσεις στη
σύγχρονη εργασία οδηγούν τους αναλφάβητους στην ανεργία ή στην υποπασχόληση.
ü Επιφέρει τον πνευματικό
σκοταδισμό, καθιστά τον άνθρωπο δέσμιο προλήψεων, δεισιδαιμονιών, ιδεοληψιών
και προκαταλήψεων, αδύναμο να προσεγγίσει με τη λογική την πραγματικότητα.
ü Μετατρέπει το άτομο σε έρμαιο
των ισχυρών και των επιτηδείων και του στερεί την εσωτερική του ελευθερία.
ü Ο αναλφαβητισμός επηρεάζει
αρνητικά τον ψυχισμό του ανθρώπου:
- το αναλφάβητο άτομο διακατέχεται συχνά από αισθήματα μειονεξίας, κατωτερότητας και ανασφάλεια.
- η έλλειψη αυτοπεποίθησης του στερεί τη διάθεση να αναλάβει πρωτοβουλίες και να διαδραματίσει αυτόνομο και πρωταγωνιστικό ρόλο.
ü Η άγνοια ή η ανεπαρκής γνώση του
γλωσσικού κώδικα δυσχεραίνει την ανάπτυξη ευρύτερων διαπροσωπικών σχέσεων -με
άτομα υψηλού μορφωτικού επιπέδου- και στενεύει τον κύκλο των συναναστροφών
του.
ü Παρακωλύεται η ουσιαστική του
συμμετοχή στο κοινωνικό-πολιτικό γίγνεσθαι, γιατί ο αναλφάβητος αδυνατεί να
ενημερωθεί ορθά για τις εξελίξεις, να κατανοήσει το περιεχόμενο των πολιτικών
προγραμμάτων και, κατά συνέπεια, δυσκολεύεται να διαμορφώσει υγιή πολιτική
συνείδηση.
ü Η ψήφος του εύκολα αποσπάται με
τη δημαγωγία, την υποσχεσιολογία και το λαϊκισμό από επιτήδειους πολιτικούς.
ü Ο ίδιος εύκολα οπαδοποιείται και
λειτουργεί ως κομματικό εξάρτημα.
ü Η αδυναμία του να κατανοήσει το
περιεχόμενο των λέξεων δεν του δίνει τη δυνατότητα να καταλάβει τον
παραπλανητικό πολιτικό λόγο, με συνέπεια εύκολα να πέφτει θύμα κομματικής
προπαγάνδας.
Για την κοινωνία.
ü Ο αναλφαβητισμός δυσχεραίνει την
οικονομική ανάπτυξη της κοινωνίας.
ü Τα αναλφάβητα άτομα στερούνται
την αναγκαία τεχνογνωσία, δεν είναι εξειδικευμένα ούτε ενημερωμένα για τις
τεχνολογικές εξελίξεις.
ü Ένας λαός, επομένως, δεν μπορεί
να ανταγωνιστεί τις αναπτυγμένες χώρες και κινδυνεύει σε συνθήκες μάλιστα
παγκοσμιοποίησης της οικονομίας- να οδηγηθεί σε οικονομική υποτέλεια.
Κοινωνικός τομέας
ü Ο αναλφαβητισμός ευνοεί την
εμφάνιση φαινομένων κοινωνικής παθογένειας. Η άκριτη προσκόλληση σε ιδεολογίες,
η εύκολη οπαδοποίηση του αναλφάβητου, η συμμετοχή του σε εκδηλώσεις φανατισμού
μπορεί να τον παρασύρουν σε αντικοινωνική συμπεριφορά.
ü Τα αναλφάβητα άτομα αδυνατούν να
συμβάλλουν στην αναβάθμιση των θεσμών, να συμμετάσχουν στην επίλυση κοινωνικών
προβλημάτων.
Πολιτικός τομέας
ü Δεν ευνοείται η ορθή λειτουργία
του δημοκρατικού πολιτεύματος.
ü Ο αναλφαβητισμός δυσχεραίνει τις
δημοκρατικές διαδικασίες, αφού τα αναλφάβητα άτομα δεν μπορούν να συμβάλλουν
εποικοδομητικά στην ομαλή λειτουργία των πολιτικών θεσμών, συμμετέχοντας στις
συλλογικές δραστηριότητες.
ü Οι αναλφάβητοι γίνονται εύκολα
θύματα δημαγωγικής πολιτικής, δεν κατανοούν ούτε αξιολογούν πολιτικά
προγράμματα.
ü Δεν μπορούν να επιλέξουν
αξιοκρατικά τους πολιτικούς εκπροσώπους.
Εθνικός τομέας
ü Στον εθνικό τομέα οι αναλφάβητοι
μπορεί να οδηγηθούν σε ακραίες αντιλήψεις. Αδυνατούν να κατανοήσουν τις έννοιες
του πατριωτισμού και του εθνικισμού και να απαλλαγούν από προκαταλήψεις απέναντι
σε άλλους λαούς.
Πολιτιστικός / διεθνιστικός τομέας
ü Οι χώρες με υψηλό δείκτη
αναλφαβητισμού δεν μπορούν να διαφυλάξουν τις πολιτιστικές τους αξίες:
- κινδυνεύουν με πολιτιστική αλλοτρίωση, γιατί αγνοούν τα στοιχεία της ταυτότητας τους και το βαθύτερο περιεχόμενο τους και καθίστανται, συχνά, άκριτα δεκτικοί σε ξενικές επιδράσεις και εκμοντερνισμούς.
- συχνά διακατέχονται από πνεύμα προοδοπληξίας (άκριτης αποδοχής των νεοτερικών στοιχείων του πολιτισμού) ή προγονοπληξίας (άκριτης προσκόλλησης σε όλα τα πολιτιστικά στοιχεία του παρελθόντος).
Προτάσεις αντιμετώπισης του αναλφαβητισμού.
ü Ο πολίτης πρέπει να
συνειδητοποιήσει την αξία της παιδείας και να επιδιώξει την αυτομόρφωση ή την
παρακολούθηση προγραμμάτων της παιδείας για όλα τα άτομα.
ü Κατοχύρωση του δικαιώματος της
παιδείας για όλα τα άτομα ανεξαρτήτως φυλής, φύλου, κοινωνικής καταγωγής,
οικονομικής κατάστασης ή γεωγραφικής περιοχής.
ü Ιδιαίτερη μέριμνα να δοθεί στις
απομακρυσμένες περιοχές όπου η πρόσβαση των παιδιών στα σχολεία είναι
δυσχερής.
ü Η πολιτεία να υποστηρίξει
οικονομικά τις οικογένειες που αντιμετωπίζουν προβλήματα επιβίωσης, ώστε να
αποδεσμεύσει τα νεαρά μέλη της από κάθε απασχόληση.
ü Να καταρτιστούν ειδικά
προγράμματα και να δημιουργηθούν νέοι θεσμοί, όπως:
- μονάδες λαϊκής επιμόρφωσης
- κέντρα αναλφάβητων
- περισσότερα νυκτερινά σχολεία, για να φοιτούν πιο πολλοί εργαζόμενοι
- δημιουργία ειδικών σχολείων για παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες
ü Aξιοποίηση των ΜΜΕ για παροχή
εκλαϊκευμένης γνώσης.
ü Αναβάθμιση του ρόλου του
ΟΗΕ για την αντιμετώπιση του προβλήματος κυρίως στις τριτοκοσμικές χώρες.
ü Αναπροσανατολισμός του
εκπαιδευτικού θεσμού, αναφορικά με το περιεχόμενο και τις μεθόδους λειτουργίας
του.
ü Η μάθηση δε σημαίνει αποστήθιση
αλλά δυνατότητα κριτικής προσέγγισης της γνώσης.
ü Να καλλιεργηθεί η κριτική
ικανότητα απαιτούνται:
- συγγραφή κατάλληλων εγχειριδίων, ώστε να αποκτήσουν οι μαθητές ολοκληρωμένη εικόνα για το αντικείμενο γνώσης,
- πρόγραμμα που να περιλαμβάνει εργασίες, ατομικές και ομαδικές, ώστε να καλλιεργηθεί η αυτενέργεια,
- διάλογος, ως μέσο προσέγγισης της αλήθειας και όχι απλώς πληροφορική μετάδοση γνώσεων,
- όχι δασκαλοκεντρισμός,
- αξιοποίηση εποπτικών μέσων για ουσιαστική κατάκτηση και εμπέδωση της γνώσης.
·
Θεματικοί Κύκλοι για την Έκθεση:
Ψηφιακός Αναλφαβητισμός
·
Α. Οι
αναλφάβητοι
·
·
Ποιο είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα της σύγχρονης Ελλάδας; Δυστυχώς, ο
αναλφαβητισμός. Οχι όμως ο παλαιός «κλασικός» αναλφαβητισμός που σχετίζεται με
την ικανότητα γραφής και ανάγνωσης, αλλά ο νέος ψηφιακός αναλφαβητισμός που
συνδέεται με τη δυνατότητα χρήσης των ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας και
πληροφόρησης.
·
·
Αυτή είναι η νέα μάστιγα του 21ου αιώνα που απειλεί τους λαούς που θα
χάσουν το τρένο της ψηφιακής εποχής.
·
·
Γιατί σήμερα, περισσότερο απ΄ οποιαδήποτε άλλη περίοδο στην ανθρώπινη
ιστορία, ισχύει ότι «γνώση σημαίνει δύναμη». Δύναμη οικονομική, πολιτική, αλλά
και ισχύς γεωπολιτική. Οσοι δεν το κατανοούν απλά θα παραμείνουν στα μέτρα του
περασμένου αιώνα.
·
·
Ηδη, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, περίπου το μισό της αύξησης της
παραγωγικότητας στην Ευρωπαϊκή Ενωση την τελευταία πενταετία οφείλεται στη
χρήση των τεχνολογιών της πληροφορικής και των επικοινωνιών. Αντιστοίχως και
στην Κίνα η αναπτυξιακή έκρηξη της τελευταίας εικοσαετίας δεν οφείλεται μόνο
στο χαμηλό κόστος της εργασίας αλλά και στην ικανότητα της κινεζικής κοινωνίας
να αφομοιώνει ταχύτατα τα νέα δεδομένα της γνώσης και να τα ενσωματώνει στη
μεγάλη παραγωγή.
·
·
Ωστόσο στην Ελλάδα του 2009 η πραγματικότητα είναι απογοητευτική: όχι μόνο
βαθμολογείται «κάτω από τη βάση» στην ικανότητα παραγωγής και αφομοίωσης της
γνώσης αλλά, καθώς δείχνουν οι τελευταίες έρευνες, η πλειονότητα του πληθυσμού
δεν έχει τον στοιχειώδη «αλφαβητισμό» για να καταλάβει και να χρησιμοποιήσει τα
σύγχρονα τεχνολογικά εργαλεία του γραπτού λόγου. Στην Ελλάδα του 2009 τα δύο
τρίτα του πληθυσμού συνεχίζουν να θεωρούνται «ψηφιακά αναλφάβητοι»- ποσοστό
σχεδόν διπλάσιο από τον μέσον όρο της Ευρώπης.
·
·
Αυτό το «χάσμα» με τις σύγχρονες απαιτήσεις αντικατοπτρίζεται σε τρεις
βασικούς δείκτες: Πρώτον, στη χρήση του Διαδικτύου: το 66% των Ελλήνων δεν
χρησιμοποιεί τακτικά το Διαδίκτυο, έναντι του 44% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Σημαντικό είναι και το χάσμα μεταξύ του μέσου πληθυσμού και συγκεκριμένων
ομάδων: στους μη χρήστες συγκαταλέγονται κυρίως τα άτομα με χαμηλό μορφωτικό
επίπεδο, οι οικονομικά ανενεργοί και οι ηλικιωμένοι.
·
·
Δεύτερον, στη διαθεσιμότητα και ταχύτητα των ευρυζωνικών συνδέσεων.
Χαρακτηριστικά σημειώνεται ότι στην Ελλάδα καλύπτεται μόνο το 55% του πληθυσμού
της περιφέρειας και οι ταχύτητες θεωρούνται συγκριτικά χαμηλές. Και, τρίτον,
στις «ψηφιακές δεξιότητες», δηλαδή στην ικανότητα να αξιοποιούνται τα ψηφιακά
εργαλεία στην καθημερινή εργασία και στις προσωπικές ανάγκες του σύγχρονου
ανθρώπου.
·
·
Από την άλλη, αυτό το μεγάλο πρόβλημα ίσως να μπορεί να σημάνει και μια από
τις μεγαλύτερες ευκαιρίες της Ελλάδας του 2010: Η ταχεία ανατροπή του δείκτη
ψηφιακού αναλφαβητισμού στη χώρα μπορεί να σημάνει πρωτόγνωρη αύξηση της
παραγωγικότητας και στον ιδιωτικό και στον δημόσιο τομέα. Τα οφέλη από μια
τέτοια αλλαγή μπορούν να είναι της τάξεως των δεκάδων δισεκατομμυρίων, σύμφωνα
με τις ευρωπαϊκές εκτιμήσεις. Κάθε ποσοστιαία μονάδα του πληθυσμού που θα
απελευθερώνεται από το σκοτάδι του αναλφαβητισμού μπορεί να δρα
πολλαπλασιαστικά στην αύξηση του εθνικού προϊόντος, στη μείωση των ελλειμμάτων
και του χρέους, στη βελτίωση της ζωής όλων μας.
·
·
Και αυτή είναι μια πολύ μεγάλη ευκαιρία για να την αφήσουμε να πάει χαμένη.
Γιανναράκης Γιάννης
Εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ», 10/01/2010
|
ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Ορισμός.
Ο διάλογος είναι μια επικοινωνιακή
διαδικασία / πράξη μεταξύ δύο ή περισσότερων ανθρώπων με την οποία διερευνάται
η αλήθεια ή το ψεύδος ενός επιχειρήματος, μιας άποψης και επιδιώκεται η
αποτελεσματική προσέγγιση ενός ζητήματος ή η ορθή επίλυση των διαφορών.
Είδη διαλόγου.
ü Εσωτερικός (έχει το χαρακτήρα
της ενδοσκόπησης, του αυτοελέγχου, της αυτοκριτικής με στόχο την αυτοβελτίωση
του ανθρώπου, την αναθεώρηση των επιλογών και των προτεραιοτήτων του)
ü Διαπροσωπικός (διεξάγεται στο
πλαίσιο των συναναστροφών του)
ü Κοινωνικός (μεταξύ των
κοινωνικών ομάδων στο χώρο της εργασίας, της συμμετοχής σε συλλογικά σχήματα )
ü Εθνικός (αφορά τη συζήτηση που
γίνεται για σοβαρά εθνικής εμβέλειας ζητήματα, όπως η παιδεία, η εξωτερική
πολιτική, η υγεία κ.λ.π.)
ü Παγκόσμιος (διεξάγεται σε
διακρατικό επίπεδο και έχει ως αντικείμενο θέματα συνεργασιών σε διάφορους
τομείς διεθνούς ενδιαφέροντος, την ειρηνική επίλυση των διαφορών κ.λ.π.).
Η σημασία του διαλόγου.
ü Επιδρά σημαντικά στην κοινωνική
διάσταση του ατόμου:
- συντελεί στην ουσιαστική επικοινωνία των ατόμων με την ανταλλαγή των απόψεων, την αποφυγή των παρεξηγήσεων και την εύρεση κοινών σημείων επαφής μεταξύ των διαλεγομένων.
- αμβλύνει τις διαφορές, απαλλάσσει από αγεφύρωτες αντιθέσεις και συντελεί στη διαμόρφωση υγιών διαπροσωπικών σχέσεων.
ü Συμβάλλει στην πνευματική
ανάπτυξη του ατόμου:
- η διαδικασία του διαλόγου απαιτεί την πνευματική εγρήγορση και συνιστά άσκηση των νοητικών λειτουργιών (κρίσης, αντίληψης, στοχαστικής διάθεσης κ.λ.π).
- η πειστική επιχειρηματολογία καθιστά αναγκαία την γλωσσική και εκφραστική επάρκεια των συνομιλητών, τη σαφή διατύπωση θέσεων και απόψεων καθώς και την καλλιέργεια της συλλογιστικής τους ικανότητας.
ü Ο διάλογος συντελεί στη
διαμόρφωση της πολιτικής συνείδησης του ατόμου και στην ομαλή λειτουργία του
πολιτεύματος.
- ευνοεί την ανταλλαγή απόψεων, απαλλάσσει από το δογματισμό, τη μισαλλοδοξία, την κομματική εμπάθεια και διαμορφώνει σφαιρική αντίληψη των πραγμάτων, απαλλαγμένη από την ψευδαίσθηση της απόλυτης αλήθειας.
- εξαλείφει το φανατισμό, τις ιδεολογικές προκαταλήψεις και αίρει τις διαχωριστικές γραμμές μεταξύ των πολιτικών αντιπάλων.
- σφυρηλατεί το πολιτικό ήθος, τη δημοκρατική συνείδηση και αναπτύσσει τη διάθεση για συμμετοχή στο πολιτικό γίγνεσθαι.
- κατοχυρώνει τη δημοκρατία και ομαλοποιεί τη λειτουργία του πολιτεύματος.
- εκφράζονται ελεύθερα οι απόψεις των συνομιλητών και επιτυγχάνονται οι αναγκαίες συγκλίσεις.
- πραγματώνεται η έννοια του πλουραλισμού, της πολυφωνικής, δηλαδή, διατύπωσης της γνώμης των πολιτών,
- ελέγχεται η εξουσία και διασφαλίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως αυτό της ελευθερίας και της ισοπολιτείας.
ü Ο διάλογος επιδρά ευεργετικά
στην ψυχολογική διάθεση του ατόμου.
- ικανοποιεί την ανάγκη του ανθρώπου να επικοινωνεί με τους άλλους στο πλαίσιο της καθημερινής ζωής.
- απαλλάσσει από την αίσθηση της μοναξιάς, της απομόνωσης και την εσωστρέφεια με τη ανάπτυξη δεσμών φιλίας και αλληλοκατανόησης.
- η εξωτερίκευση των συναισθημάτων και των επιθυμιών αποφορτίζει από την εσωτερική ένταση.
ü Ο διακρατικός διάλογος αποτελεί
σημαντικό παράγοντα ειρηνικής συνύπαρξης των λαών γιατί:
- αποτρέπει το τον άκρατο εθνικισμό, απελευθερώνει από προκαταλήψεις, παραδοσιακά μίση και την αμοιβαία καχυποψία και διαμορφώνει πνεύμα οικουμενικής συνείδησης.
- διαμορφώνει τις αναγκαίες συναινέσεις μεταξύ των χωρών και δημιουργεί διάθεση αμοιβαίων υποχωρήσεων.
- περιστέλλει τις προκαταλήψεις, οδηγεί στη συνεργασία, τη συνειδητοποίηση του κοινού χαρακτήρα των προβλημάτων ιδιαίτερα σε μια εποχή που τα πολυσύνθετα ζητήματα του παρόντος και του μέλλοντος έχουν προσλάβει οικουμενικό χαρακτήρα.
ü Στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού
θεσμού η αναγκαιότητα του διαλόγου είναι πολυσήμαντη:
- περιορίζει το δασκαλοκεντρισμό και ουσιαστικοποιεί την επικοινωνία μεταξύ διδασκόντων και διδασκομένων.
- ενεργοποιεί τη διαλεκτική και κριτική διάθεση του νέου, διεγείρει το στοχασμό του.
- η σφαιρική θέαση των πραγμάτων διαμορφώνει δημοκρατικό ήθος και απαλλάσσει από τη δουλεία της αυθεντίας, της πνευματικής αυταρέσκειας και μονομέρειας.
- ο μαθητής εμπλουτίζει τις εμπειρίες, τους προβληματισμούς του, ενισχύει τη συλλογιστική διάθεση, ανακαλύπτει μόνος του τη γνώση και διευρύνει τους γνωστικούς του ορίζοντες.
ü Το κλίμα διαλόγου στην
οικογενειακή ζωή:
- συνιστά μέσο βαθύτερης επικοινωνίας και ψυχικής επαφής.
- γεφυρώνει το «χάσμα» των γενεών και δημιουργεί κλίμα συμπόρευσης.
- ευνοεί την ομαλή κοινωνικοποίηση των νέων
- συνειδητοποιείται η ανάγκη για επικοινωνία και ισοτιμία ώστε να περιοριστούν οι διαφορές και οι εντάσεις.
ü Η πρόοδος της επιστήμης απαιτεί
τη διαλεκτική παράθεση των απόψεων. Οι επιστήμονες, χωρίς διάθεση δογματισμού,
επιβάλλεται να ανταλλάσσουν απόψεις σχετικά με το αντικείμενο της ενασχόλησης
τους. Εξάλλου, η επικράτηση πνεύματος διαλόγου σε επιστημονικά θέματα:
- κοινωνικοποιεί τη γνώση
- ενεργοποιεί το ενδιαφέρον του πολίτη για σοβαρά ζητήματα
- ευαισθητοποιεί το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο για τους στόχους, τις εφαρμογές των επιμέρους επιστημών.
- έτσι, διασφαλίζεται και ο κοινωνικός έλεγχος στο περιεχόμενο και τις χρήσεις των επιστημονικών επιτευγμάτων.
ü Ο διάλογος στο χώρο της τέχνης
συμβάλλει:
- στην ανάδειξη νέων τάσεων / αναζητήσεων,
- στη διερεύνηση των ειδικών ζητημάτων που προκύπτουν στον ιδιαίτερο καλλιτεχνικό χώρο.
- στον εμπλουτισμό των εμπειριών μέσω της επικοινωνίας και της διαλεκτικής διάθεσης.
- συντελεί στον εντοπισμό των αδυναμιών του καλλιτέχνη, ο οποίος με την επισήμανση τους αναθεωρεί προς το καλύτερο τις επιλογές.
- ενισχύει το κοινό με τα αναγκαία γνωστικά εφόδια, ώστε να γνωρίζει τις πτυχές ενός καλλιτεχνικού έργου.
Προϋποθέσεις εποικοδομητικού διαλόγου.
ü Σαφής γνώση του αντικειμένου
- η αποτελεσματικότητα του διαλόγου προϋποθέτει την επαρκή γνώση όλων των επιμέρους πτυχών του θέματος.
- με το διάλογο δοκιμάζεται η πληρότητα των γνώσεων που θα συμβάλλουν στην διερεύνηση ενός θέματος και στην ορθή επίλυση ενός προβλήματος.
ü Πνευματική ευρύτητα. Οι
διαλεγόμενοι επιβάλλεται να:
- διακρίνονται από την απουσία δογματισμού, φανατισμού, μισαλλοδοξίας, προσωπικής εμπάθειας και προκαταλήψεων.
- αναγνωρίζουν το αναφαίρετο δικαίωμα να εκφράζει ο συνομιλητής τους ελεύθερα τις απόψεις του.
- αποδεσμευτούν από αυθεντίες, ιδεοληψίες, τον άκρατο υποκειμενισμό, την ψευδαίσθηση του αλάθητου.
ü Καλοπροαίρετη διάθεση
- αποφυγή επιβολής απόψεων, ισχυρογνωμοσύνης και οξύτητας.
- ισότιμη αντιμετώπιση των διαλεγομένων χωρίς πνεύμα διακρίσεων και διάθεση υποτίμησης.
- διάθεση για αποδοχή της γνώμης του άλλου, εφόσον αποδειχτεί η ορθότητα της.
ü Ορθή χρήση του λεκτικού κώδικα
- εκφραστική σαφήνεια, αποφυγή των παρεκβάσεων, της επανάληψης, του βερμπαλισμού, της αναιτιολόγητης μακρηγορίας και φλυαρίας.
- ετοιμολογία, ακριβής διατύπωση των σκέψεων και των συλλογισμών δίχως επιζήτηση της λεξιθηρίας.
- ικανότητα επαρκούς και πειστικής επιχειρηματολόγησης και τεκμηρίωσης των προσωπικών θέσεων.
ü Δημοκρατικό κλίμα
- εξασφάλιση ελευθερίας στη διατύπωση των απόψεων, παρρησία.
- πνεύμα σεβασμού της διαφορετικότητας, πνευματική ανεκτικότητα.
- απουσία λογοκρισίας.
- αποφυγή των παράλληλων μονολόγων που δυσχεραίνουν την αντιπαραβολή των διαφορετικών θέσεων.
ü Επιπλέον προϋποθέσεις:
- η αυτοπειθαρχία
- η υπομονή
- η αξιοπρεπής στάση απέναντι στη γνώμη ή στις γνώμες των άλλων (προσοχή, σεβασμός, ανοχή).
- η αντικειμενική σκέψη
- η αποφυγή της γενίκευσης αλλά και της άστοχης απλοποίησης
- η ακριβολογία
- η αποφυγή της βιασύνης στην εξαγωγή συμπερασμάτων
- η αποπροσωποποίηση, που αποτρέπει τις διενέξεις και τις λογομαχίες.
- η αποδοχή του πολλαπλού χαρακτήρα της αλήθειας.
- η πλήρης και ουσιαστική κατοχύρωση της ελευθερίας έκφρασης
- το όμοιο περίπου μορφωτικό επίπεδο των συνομιλητών (για ειδικά, όχι κοινωνικά θέματα).
Ο συντονιστής της συζήτησης οφείλει να:
ü Εξασφαλίζει την πολυφωνία, με
την ισότιμη συμμετοχή προσώπων με διαφορετικές απόψεις.
ü Μην επιτρέπει τους συνομιλητές
να μετατρέπουν το διάλογο σε παράλληλους μονολόγους.
ü Παρεμβαίνει όσο το δυνατό
λιγότερο
ü Διατηρεί στάση αμεροληψίας.
ü Όταν δεν υπάρχει συντονιστής, ο
λόγος από τον έναν ομιλητή στον άλλο περνάει με: μια κίνηση του χεριού, το
βλέμμα, ή την έκφραση του προσώπου κ.λ.π.
Αίτια εκφυλισμού του διαλόγου.
ü Η οργάνωση της σύγχρονης ζωής
ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για τη συρρίκνωση και τον εκφυλισμό του διαλόγου στις
διαπροσωπικές σχέσεις.
ü Ο αγχωτικός και άξενος χαρακτήρας
της προωθεί την απομόνωση, τον ατομικισμό και περιορίζει τα περιθώρια χρόνου
για τον άνθρωπο, περιορίζοντας τις δυνατότητες ανάπτυξης γόνιμου και ήρεμου
διαλόγου.
ü Ταυτόχρονα, η γενικότερη
κοινωνική κρίση σε συνδυασμό με τη φθορά της γλώσσας και την κυριαρχία των
Μ.Μ.Ε στο επίπεδο της επικοινωνίας, εκτοπίζει το διάλογο στο περιθώριο της
κοινωνικής ζωής.
ü Ο χαρακτήρας της εκπαίδευσης και
η ευρύτερη αγωγή συμβάλλουν στη δημιουργία του φαινομένου. Αυτές δεν προωθούν
τον ουσιαστικό διάλογο, ούτε τηρούν τις αναγκαίες προϋποθέσεις του. Παρά τις
αλλαγές στη λειτουργία τους ο μονόλογος και η επιβολή των απόψεων εξακολουθούν
να αποτελούν κυρίαρχα χαρακτηριστικά τους.
ü Η γνώση δεν προσεγγίζεται,
πολλές φορές, ερευνητικά και η διαφορετική άποψη δε βρίσκει πρόσφορο έδαφος
για να αναπτυχθεί. Ο νέος άνθρωπος έτσι δε διαπλάθεται κατάλληλα και δεν έχει
ανάλογες εμπειρίες διαλόγου. Το γεγονός αυτό είναι επόμενο να
χαρακτηρίζει και τη μετέπειτα πολιτική και κοινωνική του συμπεριφορά.
Παράγοντες που μπορεί να συμβάλλουν στην καλλιέργεια πνεύματος διαλόγου.
ü Η συνειδητοποίηση από μέρους του
ατόμου της αξίας του διαλόγου. Ο διάλογος μπορεί να συμβάλλει στην:
- άρση των παρεξηγήσεων
- άμβλυνση των διαφορών
- δημιουργία συναινετικών αντιλήψεων
- διαμόρφωση κλίματος ουσιαστικής επικοινωνίας
- δημιουργική σύνδεση των αντιτιθέμενων απόψεων.
ü Η συμμετοχή του ατόμου σε
συλλογικά σχήματα δράσης, όπως είναι οι πολιτικές νεολαίες, οι πολιτιστικοί
σύλλογοι, τα κοινωνικά κινήματα (φιλειρηνικά, οικολογικά κ.λ.π.) καλλιεργεί
πνεύμα διαλόγου, γιατί:
- διεξάγονται συζητήσεις και ανταλλάσσονται απόψεις, προκειμένου να ληφθούν αποφάσεις, γεγονός που αναδεικνύει την αξία του διαλόγου.
- η διατύπωση διαφορετικών απόψεων και η σχετική επιχειρηματολογία απαλλάσσουν από το δογματισμό.
ü Η οικογένεια οφείλει:
- να διαμορφώνει το κατάλληλο επικοινωνιακό κλίμα, ώστε να καλλιεργήσει την αξία του διαλόγου στην αντιμετώπιση των κοινών προβλημάτων.
- να διαμορφώνει προσωπικότητες με αυτόνομη σκέψη, που θα διατυπώνουν ελεύθερα τις απόψεις τους, με διαλεκτική διάθεση, που θα συμβάλλει στη σύγκλιση των αντικρουόμενων αντιλήψεων.
ü Η εκπαίδευση επιβάλλεται, με την
υιοθέτηση του διαλόγου στη διδακτική πράξη, με το ευρύτερο περιεχόμενο και
τους παιδαγωγικούς της στόχους, να συμβάλλει στη διαμόρφωση ολοκληρωμένων προσωπικοτήτων
με:
- πνευματική καλλιέργεια, που θα απαλλάσσει από τη μονομέρεια, τις δογματικές εμμονές, τη μονόπλευρη και προσέγγιση των πραγμάτων.
- υγιή πολιτική συνείδηση, χωρίς κομματικές αγκυλώσεις και άκριτη υιοθέτηση ιδεολογικών αντιλήψεων, που αποκλείουν το διάλογο.
ü Τα ΜΜΕ, μπορούν να συντελέσουν
στην καλλιέργεια διαλεκτικής διάθεσης με:
- την πολυφωνική λειτουργία τους, με την ισότιμη προβολή / συμμετοχή κομμάτων, κοινωνικών φορέων και άλλων παραγόντων που αντιπροσωπεύουν διαφορετικές απόψεις.
- τη διεξαγωγή εκπομπών διαλόγου για σοβαρά θέματα, που αναδεικνύει τη συζήτηση ως το κορυφαίο μέσο επίλυσης των διαφορών.
ü Το περιεχόμενο και η ποιότητα
της πολιτικής ζωής διαδραματίζει πρωταρχικό ρόλο στην αγωγή του διαλόγου, όταν:
- η εξουσία δεν ασκείται ερήμην των πολιτών, αλλά οι αποφάσεις είναι προϊόν κοινωνικού διαλόγου.
- αναπτύσσεται δημιουργικός διάλογος μεταξύ των κομμάτων για μείζονα θέματα, ώστε να επιτευχθούν οι αναγκαίες συναινέσεις.
- απουσιάζει ο δογματισμός, η κομματικοποίηση και ο φανατισμός στην καθημερινή πολιτική αντιπαράθεση.
- υπάρχουν κόμματα αρχών με δημοκρατική λειτουργία και όχι προσωποπαγή με μεσσιανικού τύπου ηγεσίες
Θέμα : αγάπη , έρωτας
Ορισμός : είναι
ένα έμφυτο συναίσθημα, μια δύναμη που ενώνει ανθρώπους με ανθρώπους ή ανθρώπους
με αντικείμενα και ιδέες, μ’ ένα δεσμό γεμάτο πάθος, τρυφερότητα. Δημιουργεί το
αίσθημα της πληρότητας, της ικανοποίησης, της ψυχικής ευφορίας, της ασφάλειας
και αποτελεί τη βασικότερη αρχή για την ομαλή προσωπική και κοινωνική ζωή.
Μορφές
: οι μορφές της είναι πολλές και συνδέονται με κάθε τομέα της ανθρώπινης
ύπαρξης. Ειδικότερα, σε σχέση με τα πρόσωπα έχει τις μορφές :
I. μητρική.
II. οικογενειακή.
III. κοινωνική.
IV. ερωτική.
V. φιλική.
Στις υπόλοιπες σχέσεις του
ανθρώπου με τη ζωή, παρατηρούνται οι εξής αγάπες :
I. η
αγάπη για την κατάκτηση της γνώσης.
II. των
ιδεών.
III. των
αντικειμένων.
IV. της
φύσης.
V. του
πολιτισμού.
Χαρακτηριστικά :
I. η
αγάπη είναι αρετή και χρειάζεται αγώνας για να διατηρηθεί.
II. είναι
διδακτή, σύμφωνα με το Σωκράτη.
III. είναι
η βασικότερη πηγή έκφρασης.
IV. πολλές
φορές, όταν δεν υπάρχει ελευθερία και το κατάλληλο ήθος, γίνεται πάθος
καταλυτικό που μπορεί να οδηγήσει στη βία και την αυτοκαταστροφή.
V. μπορεί
εύκολα να μετατραπεί σε μίσος, όταν ο άνθρωπος γίνεται έρμαιο των παρορμήσεών
του.
VI. είναι
ενστικτώδης, γιατί «αγαπάμε ό,τι μας φαίνεται ωραίο χωρίς κανείς να μας πει τι
είναι αυτό».
VII. δεν
διαρκεί για πάντα, ιδιαίτερα επί προσώπων και δεν έχει την ίδια πάντα ένταση,
εκτός από μερικές περιπτώσεις, που ο άνθρωπος είναι ολοκληρωμένος και συντηρεί
με προσοχή αυτό το αίσθημα που του δίνει δύναμη.
VIII. συχνά
τα αντικείμενα της αγάπης μετατοπίζονται, όταν μετατοπίζονται και οι στόχοι του
ανθρώπου.
IX. η
πιο τέλεια μορφή αγάπης είναι η μητρική ·είναι η πιο δυνατή ένωση, που
διατηρείται ακόμη και μετά το θάνατο της μιας από τις δυο υπάρξεις.
Η ιδανική αγάπη : η τέλεια, η ιδανική αγάπη
είναι δυσκολοκατάκτητη και ο άνθρωπος που αγαπά ολοκληρωτικά προσφέρει και την
ίδια του την ύπαρξη. Ο Απόστολος Παύλος καθορίζει την τέλεια αγάπη στην «προς
Κορινθίους» επιστολή του, λέγοντας ότι η τέλεια αγάπη :
I. συγχωρεί.
II. δεν
ζηλεύει.
III. δεν
είναι αλαζονική και δεν υπερηφανεύεται.
IV. καλλιεργεί
τα χρηστά ήθη.
V. δεν
οδηγεί σε άσχημες πράξεις.
VI. δεν
περιμένει ανταπόδοση.
VII. δε
θυμώνει.
VIII. δε σκέφτεται το
κακό.
IX. δε
χαίρεται με την αδικία.
X. ανέχεται
τα πάντα.
XI. υπομένει
και ελπίζει.
Διαστρέβλωση του νοήματος της αγάπης : επειδή
η τέλεια αγάπη είναι κάπως απρόσιτη, τα πάθη και τα εξωτερικά ερεθίσματα
εμποδίζουν την κατάκτησή της και στρέφουν τον άνθρωπο σε υποκατάστατα. Έτσι
εύκολα παίρνει άλλες μορφές, όπως :
I. ζήλια
για το άλλο πρόσωπο.
II. κατοχή,
που είναι στέρηση της ελευθερία του άλλου προσώπου.
III. ένωση
που στηρίζεται σε συμφεροντολογικούς λόγους.
IV. εξάρτηση,
που σημαίνει απώλεια της προσωπικής ελευθερίας, σκλαβιά που στηρίζεται στο φόβο
και την ανασφάλεια.
V. υπερπροστατευτικότητα,
για επίδειξη υπεροχής και ψυχολογική δέσμευση του άλλου προσώπου.
VI. στοργή
που ζητά ανταπόκριση.
VII. καλοσύνη
που στηρίζεται στον οίκτο και την αλαζονεία.
VIII. ένδειξη
αγάπης με σκοπό την εκμετάλλευση.
Όπως
φαίνεται, η αγάπη είναι πολύ δύσκολη, γιατί τα ανθρώπινα πάθη υπάρχουν πάντα
και
δυστυχώς κυριαρχούν στη ζωή
μας.
Η ερωτική αγάπη (έρωτας) : τα
χαρακτηριστικά στοιχεία της ερωτικής αγάπης :
I. η
έντονη επιθυμία για το άλλο πρόσωπο, η ανεξέλεγκτη έλξη, που εμπνέουν τον πόθο
για σωματική επαφή μαζί του.
II. η
εξάρτηση από το άλλο πρόσωπο.
III. αδρανοποίηση
της λογικής. Και το πιο συνετό άτομο μπορεί να χάσει τον έλεγχο, τη νηφάλια
σκέψη του και να οδηγηθεί σε πράξεις ακραίες.
IV. είναι
αίσθημα βαθιά εγωιστικό.
V. ο
έρωτας ζητά ανταπόκριση : δεν αρκεί σε κάποιον να αγαπάει, όπως συμβαίνει σε
άλλες μορφές αγάπης (π.χ. μητρική), αλλά πρέπει να αισθάνεται ότι
ανταποκρίνονται στο αίσθημά του.
Η
προσφορά της αγάπης στην ανθρώπινη ζωή :
I. βοηθά
τον άνθρωπο να ξεπεράσει τους φόβους του.
II. απελευθερώνει
από τη μοναξιά και την ανασφάλεια.
III. απαλύνει
τον πόνο και την οδύνη ενός πάσχοντα ανθρώπου.
IV. εξανθρωπίζει
τον άνθρωπο, τον λυτρώνει από τα πάθη του και τον εξυψώνει.
V. στεριώνει
τη δικαιοσύνη και την αλήθεια.
VI. δίνει
νόημα στην ύπαρξη του ανθρώπου, γιατί μένει ακόμη και αν όλα τα υλικά αγαθά
έχουν χαθεί.
VII. απελευθερώνει
την κοινωνία από τα μίση, τις διχόνοιες, τους ανταγωνισμούς.
VIII. ο άλλος άνθρωπος
δεν θεωρείται απλά «άλλος», αλλά σύντροφος, αδελφός.
Υπάρχει
στην εποχή μας αγάπη ; παντού ακούγεται πως δεν υπάρχει πια αγάπη.
Στην πραγματικότητα υπάρχει, μόνο που ο σημερινός άνθρωπος δεν ξέρει πώς να τη
βρει και με ποιον τρόπο. Δεν μπορεί να αφεθεί σ’ αυτήν γιατί φοβάται, δεν την
ξέρει. Αιτία και πάλι είναι:
I. ο
υλιστικός χαρακτήρας της εποχής μας.
II. η
άρνηση των αξιών.
III. ο
καταναλωτισμός.
IV. ο
έντονος ρυθμός της ζωής για την επιβίωση.
V. η
αδιαφορία για τους άλλους.
VI. η
απληστία και η φιλοχρηματία.
VII. η
ειρηνική συμβίωση είναι ένα απατηλό όνειρο, αφού στην κοινωνία παρατηρούνται
συγκρούσεις, βία, εγκληματικότητα, απάτη.
VIII. η
καχυποψία, ο φόβος και η ανασφάλεια δεν αφήνουν περιθώρια στην επικράτηση της
αγάπης.
Οι
τομείς της ανθρώπινης ζωής που η αγάπη περνάει κρίση :
I. στις
ερωτικές σχέσεις. Η σχέση ανάμεσα στα δύο φύλα δεν είναι αρμονική και δεν
στηρίζεται στα αμοιβαία συναισθήματα. Ο έρωτας έγινε απλά βιολογική ανάγκη που
ξεφορτίζει από το άγχος και την κούραση+. Οι περισσότερες ενώσεις μέσα από το
γάμο γίνονται συμβατικά και , επειδή λείπει η αγάπη, δημιουργείται το αίσθημα
του ανικανοποίητου, που οδηγεί τα άτομα σε άλλες αναζητήσεις.
II. στην
οικογένεια η αγάπη ανάμεσα στα μέλη δεν είναι τόσο δυνατή όσο παλαιότερα, με
αποτέλεσμα να δημιουργούνται οικογενειακά δράματα με πρωταγωνιστές τα ίδια τα
μέλη της οικογένειας.
III. στη
φιλία επικρατεί ο συμφεροντολογισμός, η ζήλια, ο φθόνος.
IV. στην
εργασία λείπει η συντροφικότητα, καθώς υπερισχύει ο ανταγωνισμός μεταξύ των
συναδέλφων.
V. στις
διάφορες γνωριμίες δεν υπάρχει εμπιστοσύνη, αληθινό ενδιαφέρον για τον άλλο,
αλλά τυπικότητα και αδιαφορία.
VI. ο
σύγχρονος άνθρωπος έχει φτάσει στο σημείο να μην αγαπά , να μην ξέρει να αγαπά
ούτε τον ίδιο του τον εαυτό.
Συνέπειες από την έλλειψη αγάπης : μη
βρίσκοντας ο άνθρωπος διέξοδο από τη μοναξιά και την αγωνία, που τον κυριεύει
από την έλλειψη αγάπης, οδηγείται :
I. στα
ναρκωτικά κάθε λογής, για να φύγει από την πραγματικότητα που τον πληγώνει και
που είναι ανυπόφορη, γιατί δεν μπορεί ούτε τους άλλους να πλησιάσει, ούτε όμως
και τον εαυτό του.
II. σε
απώλεια της ταυτότητάς του, εξαφάνιση από το σύνολο.
III. σε προσπάθεια
να απολαύσει κάθε είδους εμπειρία που θα τον βγάλει, έστω και για λίγο από τη
μοναξιά του.
IV. σε απώλεια της
προσωπικής βούλησης και της ελευθερίας.
Κύριος αίτιος που υποφέρει ο σύγχρονος άνθρωπος από την έλλειψη της
αγάπης είναι ο ίδιος. Ο εγωισμός του και τα πάθη του τον έχουν αποκλείσει
από την ικανοποίηση που προέρχεται από την αγάπη, να προσφέρει τον εαυτό του
στους άλλους.
«Αγάπα τον πλησίον σου ως σεαυτόν» το κέντρο της
χριστιανικής διδασκαλίας.
« Αγάπα τον άνθρωπο, γιατί είσαι εσύ» Ν. Καζαντζάκης.
Θέμα : ενδυμασία, μόδα
Ορισμός : ενδυμασία είναι
το σύνολο των εξωτερικών ενδυμάτων, η φορεσιά. Μόδα, από την άλλη,
είναι η παροδική κοινωνική συνήθεια που αφορά την ενδυμασία, την υπόδηση, την
κόμμωση, τη διασκέδαση και, γενικά, τον τρόπο εμφάνισης και γενικότερης
συμπεριφοράς ενός μεγάλου μέρους της κοινωνίας. Προέρχεται ετυμολογικά από το
λατινικό modus (= τρόπος).
Λόγοι της
δημιουργίας διαφορετικών ενδυμασιών :
1. γεωγραφικοί : οι
γεωγραφικές συνθήκες επιβάλλουν τη χρήση συγκεκριμένων ενδυμάτων.
2. οικονομικοί : πολλές
περιοχές χρησιμοποιούν ακόμη για την ενδυμασία τους δικές τους πρώτες ύλες.
3. κοινωνικοί : οι
πλούσιοι κάνουν επίδειξη του πλούτου τους, ενώ οι φτωχοί είναι ντυμένοι
απλούστερα.
4. εργασιακοί : τα
ενδύματα πρέπει να βοηθούν στο επάγγελμα που ασκούν οι άνθρωποι.
5. η ψυχολογία των
ανθρώπων.
6. πνευματικοί : η
ενδυμασία εκφράζει το πνεύμα, την καλλιέργεια ενός ανθρώπου.
7. η ηλικία.
8. η ανθρώπινη
προσωπικότητα.
Η σημασία της
ενδυμασίας στη ζωή μας :
1. η ενδυμασία
αποκαλύπτει την ανθρώπινη προσωπικότητα. Ο τρόπος που ντύνουμε το σώμα μας
δείχνει τι άνθρωποι είμαστε, εκφράζει την ιδεολογία και την κοσμοθεωρία μας,
φανερώνει το γούστο και τη φαντασία μας.
2. η κοινωνική θέση κάθε
ανθρώπου απεικονίζεται στην ενδυμασία του, αν και τα τελευταία χρόνια
παρατηρήθηκε απλοποίηση. Ωστόσο, και πάλι το ντύσιμο διαχωρίζει π.χ. τον εργάτη
από τον καθηγητή Πανεπιστημίου.
3. πολύ συχνά η ενδυμασία
αποκαλύπτει την ψυχική διάθεση του ανθρώπου.
4. η ενδυμασία
αποδεικνύει πόσο είναι προσαρμοσμένος στο περιβάλλον του ο καθένας. Το ντύσιμο
που ακολουθεί τη μόδα δείχνει απόλυτη προσαρμογή στο περιβάλλον, ενώ η
εκκεντρική ενδυμασία τη διάθεση για αντίδραση σε κάθε τι το παραδοσιακό.
5. η τοπική ενδυμασία
αποτελεί διακριτικό στοιχείο του ανθρώπου. Σηματοδοτεί τις διαφορές ανάμεσα
στους τόπους και ενισχύει την άποψη ότι η ενδυμασία παίζει καθοριστικό ρόλο στη
διαμόρφωση της εικόνας μας προς τα έξω.
6. το ένδυμα, εκτός από
προσδιοριστική, έχει και περιοριστική δύναμη (βλ. Απόκριες).
Εξωτερική
εμφάνιση και ανθρώπινος εσωτερικός κόσμος :
Είναι γεγονός ότι, με βάση την εξωτερική εμφάνιση, μπορεί
κανείς να μαντέψει πολλά στοιχεία του εσωτερικού κόσμου ενός ανθρώπου :
1. μέσω αυτής διακρίνεται
ο φιλάρεσκος από τον αδιάφορο, ο ματαιόδοξος από τον ταπεινό, ο επιτηδευμένος
από τον απλό, ο ονειροπόλος από τον πρακτικό…
2. προσδιορίζει το βαθμό
αντίστασης ή προσαρμοστικότητας του ατόμου στα σύγχρονα ρεύματα. Ανάλογα με τις
ενδυματολογικές προτιμήσεις, χαρακτηρίζεται κανείς σύγχρονος ή συντηρητικός.
3. με την ενδυμασία τους
ορισμένοι επιδεικνύουν το νεοπλουτισμό τους, ταυτίζοντας το «φαίνεσθαι» με το
«είναι».
4. ο κατασταλαγμένος
άνθρωπος δεν υπακούει στις επιταγές των οίκων μόδας, προσαρμόζει τη μόδα στην
προσωπική αισθητική ιδιαιτερότητά του.
5. γενικά, η εξωτερική
εμφάνιση είναι συνάρτηση της εσωτερικής μας δομής. Φανερώνει πλευρές του
χαρακτήρα, τον ψυχικό και συναισθηματικό κόσμο, αλλά και τις αντιλήψεις μας για
την κοινωνική ζωή.
Γιατί
αλλάζουμε συχνά τρόπο ενδυμασίας;
1. η ανάγκη του ανθρώπου
να είναι και να αισθάνεται όμορφος τον αναγκάζει να αναζητεί διαρκώς νέους
τρόπους ενδυμασίας.
2. η εσωτερική ανάγκη του
ανθρώπου για αλλαγή επιβάλλει τη συνεχή ανανέωση.
3. τα Μ. Μ. Ε. με τη
διαφήμιση καλλιεργούν την επιθυμία αλλαγής.
4. η καταναλωτική μανία,
ο ευδαιμονισμός, η τάση για κοινωνική ανάδειξη και επίδειξη πλούτου, η
ανασφάλεια, η ανάγκη απόκρυψης σωματικών ατελειών, η έλλειψη ορθού ιδεολογικού
προσανατολισμού, το σύνδρομο στέρησης από προηγούμενες εποχές, αλλά και η
ανάγκη φυγής από την καθημερινότητα και την απραξία είναι επίσης παράγοντες που
ωθούν στη συχνή αλλαγή του τρόπου ενδυμασίας.
Λόγοι που
επιβάλλουν την ενδυματολογική ομοιομορφία στην εποχή μας :
1. οι διεθνείς ανταλλαγές
(εμπόριο, βιομηχανία).
2. τα μέσα επικοινωνίας
και συγκοινωνίας.
3. ο τουρισμός.
4. η διεθνοποιημένη μόδα
και τα πρότυπα που προβάλλει.
5. η τυποποιημένη
παραγωγή που επιβάλλει την ομοιομορφία.
6. τα πρακτικό πνεύμα που
κυριαρχεί στην εποχή μας(επιζητείται ο απλός και εύχρηστος τύπος ενδυμασίας).
Τα κύρια
χαρακτηριστικά της μόδας :
1. παροδικότητα.
2. το ευμετάβλητο.
3. ομοιομορφία.
4. εκούσια υποταγή.
Λόγοι
επιβολής της μόδας στην εποχή μας :
1. η ανάγκη του ατόμου να
διαμορφώσει τις επιλογές του με βάση κριτήρια κοινώς αποδεκτά, να επιδείξει την
κοινωνική του ανέλιξη (απόρροια του νεοπλουτισμού), την προοδευτικότητά του και
την αποστροφή του προς το συντηρητισμό.
2. η ικανοποίηση της
φιλαρέσκειας του ατόμου, η αυτοεπιβεβαίωση, η τόνωση της κλονισμένης
αυτοπεποίθησης των ατόμων με συμπλέγματα κατωτερότητας. Η μόδα υπόσχεται, εκτός
από το να ντύσει το ανθρώπινο σώμα, να δημιουργήσει στυλ. Προσπαθεί να πείσει
τον καταναλωτή ότι, φορώντας το συγκεκριμένο ένδυμα, αποκτά ιδιότητες, που δεν
είχε πριν, όπως δυναμισμό, θηλυκότητα, αρρενωπότητα, γοητεία, προσωπική
ακτινοβολία…
3. η μόδα είναι
βιομηχανικό προϊόν και ως τέτοιο ,προωθείται σύμφωνα με τους κανόνες της αγοράς
(έντονη προβολή μέσω της διαφήμισης).
4. τα Μ.Μ.Ε. προβάλλουν
συστηματικά στον καταναλωτή ό,τι έχει σχέση με τη μόδα.
5. η μόδα, ως
καταναλωτικό προϊόν, υιοθετείται από τον άνθρωπο- καταναλωτή με την ίδια
ευκολία που θα αγοραζόταν ένα οποιοδήποτε καινούριο προϊόν.
6. εντάσσεται στο πλαίσιο
του γενικότερου φαινομένου της τυποποίησης της ανθρώπινης
ζωής (τυποποίηση στην εργασία, στην
διασκέδαση, στη διαβίωση…).
Για ποιους λόγους κάποιοι άνθρωποι
συμμορφώνονται απόλυτα με τις επιταγές της μόδας, ενώ κάποιοι άλλοι την απορρίπτουν
;
Όσοι υποτάσσονται
στη μόδα άνευ όρων :
1. ενεργούν έτσι από
επαγγελματικούς λόγους (καλλιτεχνικά ή μεγάλης δημοσιότητας επαγγέλματα).
2. ως ένδειξη
προοδευτικότητας και νεωτεριστικού πνεύματος.
3. εκδηλώνουν την
επιθυμία για κοινωνική αναβάθμιση. Επίδειξη νεοπλουτισμού.
4. διακατέχονται από
συμπλέγματα (complex) κατωτερότητας και επιχειρούν να τονώσουν την
αυτοπεποίθησή τους.
Κάποιοι αδιαφορούν για τις επιταγές της :
1. ορισμένοι από
θρησκευτική ή επαγγελματική δεοντολογία.
2. άλλοι είναι ιδεολογικά
αντίθετοι προς κάθε τι «κομφορμιστικό(=προσαρμοσμένο στις απαιτήσεις και στους
τύπους συμπεριφοράς της ομάδας)» (διανοούμενοι, κοινωνικοί επαναστάτες,
σπουδαστές, άτομα με φιλοσοφικές ανησυχίες).
3. άτομα του κοινωνικού ή
πολιτικού περιθωρίου.
4. οι φανατικοί οπαδοί
της παραδοσιακής ενδυμασίας (ηλικιωμένοι, άτομα απομονωμένων περιοχών).
5. οι ασθενέστερες
οικονομικά τάξεις.
Συνέπειες της
μόδας :
Θετικές :
1. διεύρυνση των
εμπορικών δραστηριοτήτων των επιχειρήσεων
2. δημιουργία νέων θέσεων
εργασίας στον τομέα της μόδας.
3. καλλιέργεια της
αίσθησης της κομψότητας και της ωραίας εμφάνισης.
4. τόνωση της
αυτοεκτίμησης, όσων έχουν συμπλέγματα μειονεξίας για την εμφάνισή τους.
Αρνητικές
:
α. για το άτομο :
1. οικονομική επιβάρυνση.
2. η πλήρης συμμόρφωση
στη μόδα επηρεάζει αρνητικά την προσωπικότητα του ατόμου (απώλεια προσωπικής
αισθητικής, αδιαφορία για πνευματική καλλιέργεια, εσωτερικό κενό).
3. κάποιες φορές μπορούν
να προκληθούν αρνητικές συνέπειες για την υγεία του ατόμου.
4. προβλήματα στην
κοινωνική εικόνα του ατόμου και αρνητική επίδραση στην ψυχολογία του.
5. διάθεση μιμητισμού με
αποτέλεσμα τη χειραγώγησή του και την απώλεια της (ψυχολογικής) ελευθερία του.
β. για την κοινωνία :
1. η εισαγωγή ξένων προϊόντων
επηρεάζει αρνητικά την οικονομία των φτωχών χωρών.
2. ελλοχεύει ο κίνδυνος
για πολιτιστική αλλοτρίωση μιας χώρας.
3. η μόδα επηρεάζει τον
τρόπο που ιεραρχούνται οι αξίες της κοινωνίας ή ακόμα και τα κριτήρια
αξιολόγησης ενός ατόμου(η εξωτερική εμφάνιση του ατόμου είναι κάποιες φορές
καθοριστική για να τον αποδεχτεί το κοινωνικό σύνολο).
Λύσεις :
Από το άτομο :
1. να συνειδητοποιήσει
ότι δεν καθορίζει το ένδυμα την προσωπικότητά μας («τα ράσα δεν κάνουν τον
παπά»).
2. να στρέψει την προσοχή
του σε άλλα, πιο ενδιαφέροντα πράγματα και ασχολίες.
3. να επιδιώξουν βελτίωση
του πνευματικού τους κόσμου και να καλύψουν έτσι τα κενά που δημιουργεί ο
σύγχρονος τρόπος ζωής.
Από
την κοινωνία - πολιτεία :
1. να δώσει μεγαλύτερη
έμφαση στην ανθρωπιστική παιδεία και καλλιέργεια των νέων, που πλήττονται
κυρίως από την αλλοτρίωση της μόδας.
2. να καθιερώσει
αντικειμενικά κριτήρια για την αξιολόγηση των ατόμων.
3. να περιορίσει την
προβολή των προτύπων αυτών, που καλλιεργούν το μιμητισμό και την υποταγή στη
μόδα.
Έτσι, το άτομο θα
οχυρωθεί πνευματικά και αισθητικά και θα αξιολογεί κριτικά τη μόδα και τις επιταγές
της.
ΠΗΓΗ:http://filologikesidees.blogspot.gr/2013/05/blog-post_3043.html
Θέμα : τρίτη
ηλικία, γηρατειά
Ορισμός : είναι
η ηλικιακή φάση της ωριμότητας, κατά την οποία ο άνθρωπος βιώνει την ύστερη
βιολογική περίοδο της ύπαρξής του, η όψιμη περίοδος της ζωής του ανθρώπου.
Τα
χαρακτηριστικά της γεροντικής ηλικίας :
1ο. οι γέροντες έχουν μεγάλη
πείρα, χρήσιμη για συμβουλή και καθοδήγηση των νεότερων, ώστε να αποφεύγονται
τα λάθη του παρελθόντος.
2ο. λειτουργούν με τη λογική
και δεν εμπιστεύονται ανεπιφύλακτα.
3ο. συχνά επιστρέφουν με
νοσταλγία στο παρελθόν και είναι προσηλωμένοι σ’ αυτό .
4ο. έχουν εσωτερική και ψυχική
ισορροπία, καθώς είναι απαλλαγμένοι από φιλοδοξίες και ιδιοτελή κίνητρα.
5ο. συντηρούν την παράδοση, όσα
έχουν κατακτηθεί και θα αποτελέσουν θεμέλιο για το μέλλον.
6ο. είναι συχνά προσκολλημένοι
σε στερεότυπες αντιλήψεις.
7ο. υπερασπίζονται τις απόψεις
τους με την πεποίθηση του αλάθητου, για το οποίο επικαλούνται την πείρα τους.
8ο. κατηγορούν συχνά τους νέους
για επιπολαιότητα και ασέβεια.
9ο. ωραιοποιούν το παρελθόν και
αποστρέφονται τα σύγχρονα δεδομένα.
10ο. είναι
επιφυλακτικοί απέναντι σε κάθε νεωτεριστικό ιδεολογικό ρεύμα γι’ αυτό και
γίνονται συντηρητικοί.
Η θέση και η
συμβολή των παππούδων στην ελληνική οικογένεια : η θέση των ηλικιωμένων
στην ελληνική οικογένεια είναι πολύ σημαντική, γιατί :
1) φροντίζουν τα παιδιά,
όταν οι γονείς εργάζονται.
2) προσφέρουν εργασία στο
σπίτι.
3) συνδέουν το παρόν με
το χθες, μεταφέροντας στα παιδιά και τα εγγόνια τους πληροφορίες για το
παρελθόν.
4) διατηρούν την
παράδοση, τα ήθη και τα έθιμα της πατρίδας μας.
5) η πείρα και τα χρόνια
τους καθιστούν πολύ συχνά ικανούς συμβουλάτορες για τα παιδιά τους στη
λήψη αποφάσεων.
Η εικόνα αυτή της
διευρυμένης οικογένειας ήταν διαδεδομένη και αυτονόητη κυρίως τις προηγούμενες
δεκαετίες. Σήμερα, οι διαφορετικές συνθήκες ζωής συντέλεσαν, ώστε να αλλάξει η σύνθεση
της οικογένειας σε πυρηνική (γονείς και παιδιά). Οι σημαντικότεροι λόγοι γι’ αυτές τις αλλαγές είναι :
1) ο αστικός τρόπος ζωής.
Οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν στις πόλεις, στα διαμερίσματα, όπου δεν είναι
εύκολη η συνοίκηση τόσο πολλών ανθρώπων.
2) έχουν δημιουργηθεί
υπηρεσίες με μέριμνα του κράτους ή των ιδιωτών (π.χ. οι παιδικοί σταθμοί), που
έχουν αντικαταστήσει τη γιαγιά στο «φύλαγμα» των παιδιών.
3) οι ηλικιωμένοι στην
πλειοψηφία τους είναι ανεξάρτητοι οικονομικά, αφού συνταξιοδοτούνται. Επομένως
δεν έχουν ανάγκη να συμβιώνουν με τα παιδιά τους.
4) γενικά, έχει
διαμορφωθεί ένα πνεύμα ανεξαρτησίας και αυτονομίας που δεν ευνοεί τη στενή
συμβίωση και αλληλεξάρτηση.
Η αντιμετώπιση
των γερόντων από τους νέους, ο σεβασμός : σεβασμός προς ένα
ηλικιωμένο σημαίνει να μην τον προσβάλουμε, να μην τον
αντιμετωπίζουμε με επιθετικότητα ή αδιαφορία, να δείχνουμε κατανόηση για την
ανημποριά του. Προπάντων, δείχνουμε σεβασμό σ’ ένα ηλικιωμένο μέσα στην
οικογένεια, όταν δεν τον θέτουμε σε περιθώριο, αντιμετωπίζοντάς τον ως περιττό
βάρος. Δεν είναι ανάγκη να συμφωνούμε ή να συμμορφωνόμαστε μ’ ό,τι μας λένε οι
ηλικιωμένοι, δεν πρέπει όμως να τους αποδοκιμάζουμε, επειδή έχουν αντίθετη
γνώμη από μας. Από την άλλη, είναι δικαίωμά μας να μην αποδεχόμαστε ως
προσωπικότητα κάποιον ηλικιωμένο, ακόμη και να μην τον εκτιμούμε ως άνθρωπο,
ίσως γιατί έχει κάποιες αδυναμίες που θεωρούμε ασυγχώρητες, π.χ. να είναι
υποκριτής ή τσιγκούνης κ.λ.π. Όμως έχουμε υποχρέωση να του συμπεριφερόμαστε με
τρόπο που να μην προσβάλλει την ανθρώπινη αξιοπρέπειά του. Τον σεβασμό τον
οφείλουμε όχι μόνο στους ηλικιωμένους αλλά και σε κάθε άνθρωπο, ανεξάρτητα από
την ηλικία του, την κοινωνική του θέση και τη μόρφωση, γιατί μόνο έτσι
δικαιούμαστε να απαιτούμε από τους άλλους να μας σέβονται.
Τα προβλήματα της
τρίτης ηλικίας : η τρίτη ηλικία συνοδεύεται από πολλές βιολογικές,
ψυχολογικές και κοινωνικές αλλαγές, που επηρεάζουν τη συμπεριφορά και την
ικανότητα προσαρμογής τους :
1) η απομόνωση (θάνατοι
αγαπημένων προσώπων, χαλάρωση οικογενειακών θεσμών).
2) ο μαρασμός
(απομάκρυνση από τον εργασιακό χώρο λόγω συνταξιοδότησης, μακροχρόνιες
ασθένειες, σεξουαλική ανικανότητα, εγκατάλειψη από τα συγγενικά πρόσωπα,
αισθάνονται βάρος για την κοινωνία).
3) η πλήρης κατάπτωση
σωματικής, ψυχικής και πνευματικής (σημαντική μείωση όρασης και ακοής, γενική
αδιαφορία του περιβάλλοντος).
4) διεκδικητικές τάσεις
προς την οικογένεια, αλλά και προς την κοινωνία (αγανάκτηση των ηλικιωμένων
απέναντι στο περιβάλλον που τους αναγκάζει να ζουν σε απομόνωση και αδράνεια
και τους αρνείται να χρησιμοποιούν τις ικανότητές τους, όσο μπορούν).
5) δυσκολία προσαρμογής,
κατάθλιψη (απομάκρυνση από την παραγωγική δραστηριότητα, οικονομικά
προβλήματα).
Τρόποι με τους
οποίους μπορεί να βοηθήσει η κοινωνία τους γέροντες :
1) παροχή υπηρεσιών
ανακούφισης και περίθαλψη.
2) οικιακή φροντίδα σε
πρακτική βοήθεια στο σπίτι(καθαριότητα, ψώνια…).
3) παροχή υπηρεσιών, όπως
ψυχαγωγία, εργοθεραπεία, φυσικοθεραπεία, δυνατότητες εκπαίδευσης κ.α.
4) φροντίδα το
Σαββατοκύριακο για την ανακούφιση των συγγενών.
5) διανομή φαγητού.
6) συστήματα συναγερμού
(τηλεφωνικά κυκλώματα για τους μοναχικούς).
7) επόπτες γειτονιάς.
8) προγράμματα καλής
γειτονιάς και φιλικών επισκέψεων.
9) πληροφόρηση –
ενημέρωση για τις ιδιαίτερες ανάγκες των ηλικιωμένων.
Τα μέτρα από
την πολιτεία, για να έχουν οι ηλικιωμένοι μια γεμάτη και ενδιαφέρουσα ζωή:
1ο. διεύρυνση και βελτίωση των κέντρων ανοιχτής
προστασίας (Κ.Α.Π.Η.).
1ο. παροχή ικανοποιητικών συντάξεων που να
εξασφαλίζουν μια αξιοπρεπή διαβίωση.
2ο. ιατροφαρμακευτική περίθαλψη που να καλύπτει
τις αυξημένες ανάγκες αυτής της φάσης.
3ο. αναγνώριση της προσφοράς τους από την
πολιτεία με κοινωνικές διακρίσεις, τιμές και εκδηλώσεις.
4ο. ψυχαγωγικά προγράμματα (από τα Μ.Μ.Ε. που
εποπτεύονται από την πολιτεία ) κατάλληλα και συναφή προς τα ενδιαφέροντά τους.
5ο. αξιοποίηση, μέσα από θεσμούς, της πείρας των
ηλικιωμένων και της γνώσης τους για σημαντικά θέματα.
6ο. επιστημονική μελέτη και ανάλυση των
προβλημάτων της τρίτης ηλικίας και πρακτική αξιοποίηση των πορισμάτων.
Τι πρέπει να
κάνουν οι ίδιοι : οι ηλικιωμένοι πρέπει να μην παραιτούνται από τις
ανάγκες κα τις επιθυμίες τους και να μην αυτοπεριορίζονται σε μια γωνιά του
σπιτιού. Αν δεν μπορούν να εργαστούν, να βρίσκουν κάποια απασχόληση, να
επιδίδονται σε ό,τι τους αρέσει και δίνει ενδιαφέρον στη ζωή τους. Το ζητούμενο
είναι να μην παραιτηθούν από τη ζωή, να μην ξεχνούν ότι έχουν δικαιώματα, όπως
όλοι οι άνθρωποι, να μην πανικοβάλλονται με τις ασθένειες και την ανημποριά
τους και, προπάντων, να κρατούν ανοιχτές τις γέφυρες επικοινωνίας με τους
συνομήλικους, αλλά και τα παιδιά και τα εγγόνια τους.
ΠΗΓΗ: http://filologikesidees.blogspot.gr/2013/06/blog-post_3706.html
Τρίτη ηλικία
Στη σύγχρονη εποχή, η θέση των ηλικιωμένων στην κοινωνία
είναι διαφορετική απ’ ότι παλαιότερα. Ο ρόλος της γιαγιάς και του παππού στην
οικογένεια έχει υποβαθμιστεί, καθώς οι μορφές δεν έχουν το κύρος που είχαν σε
προηγούμενες εποχές. Σήμερα, το μεγάλωμα των παιδιών αναλαμβάνουν κυρίως επαγγελματίες είτε
γιατί οι παππούδες βρίσκονται μακριά, σε κάποιο χωριό, είτε γιατί οι νεότεροι
δεν τους εμπιστεύονται.
Βέβαια, υπάρχει και η άλλη όψη, των ηλικιωμένων που παραμένουν υγιείς, δραστήριοι και ακμαίοι. Στην εποχή μας, ένας άνθρωπος 75 χρόνων θεωρείται και είναι νέος, ενώ παλαιότερα, λόγω των δύσκολων συνθηκών της ζωής, από τα 60 χρόνια τους πολλοί άνθρωποι αισθάνονταν και φαίνονται γερασμένοι.
Ακραίο και θλιβερό είναι το φαινόμενο των ηλικιωμένων, οι οποίοι, αν και είναι σωματικά και ψυχικά υγιείς και έχουν οικογένειες, εγκαταλείπονται σε ιδρύματα και γηροκομεία. Πάντως, στην Ελλάδα ο θεσμός της οικογένειας είναι ακόμη ζωντανός και οι παππούδες συνήθως έχουν την αγάπη και τη μέριμνα των υπόλοιπων μελών.
Η θέση των ηλικιωμένων είναι καλύτερη στην επαρχία, καθώς εκεί έχουν το δικό τους τρόπο ζωής, ελευθερία κινήσεων, δυνατότητα αυτενέργειας και κοινωνικής επαφής. Γενικά, όμως, η θέση τους έχει υποβαθμιστεί λόγω του διαφορετικού τρόπου ζωής του σύγχρονου ανθρώπου. Οι γρήγοροι ρυθμοί, οι αυξημένες απαιτήσεις, η αστικοποίηση, η φύση της εργασίας έχουν συμβάλει στη διαμόρφωση ενός σύγχρονου τύπου «πυρηνικής» οικογένειας όπου ο παππούς και η γιαγιά δεν έχουν συχνά θέση. Στις μεγαλουπόλεις, οι ψυχρές και απρόσωπες πολυκατοικίες είναι αφιλόξενες για τα ηλικιωμένα μέλη της οικογένειας.
Η κρίση του θεσμού της οικογένειας, η αμφισβήτηση παραδοσιακών αξιών και αρχών, η απομάκρυνση από τον παλαιότερο τρόπο ζωής, οι συχνά συμβατικές συγγενικές σχέσεις και η διεύρυνση του χάσματος των γενεών, είναι ορισμένοι επιπλέον λόγοι στους οποίους οφείλεται στην υποβάθμιση της θέσης των ηλικιωμένων. Το πρόβλημα εντείνεται, καθώς δεν υπάρχει ουσιαστική κρατική μέριμνα και κοινωνική πρόνοια για τους ηλικιωμένους ανθρώπους.
Η οικογένεια και ο κοινωνικός περίγυρος μπορούν να συμβάλουν, ώστε να αντιμετωπίζουν οι ηλικιωμένοι πιο αισιόδοξα την ώριμη περίοδο της ζωής τους. Πρώτα-πρώτα πρέπει να τους δείξουν ότι δεν τους θεωρούν άχρηστους, αλλά ότι τους αγαπούν και νοιάζονται γι’ αυτούς. Έπειτα, πρέπει να τους ωθούν να είναι δραστήριοι και δημιουργικοί. Γενικά, ο περίγυρος και η οικογένεια βοηθούν τους γεροντότερους, όταν τους θεωρούν ισότιμα μέλη της κοινωνίας.
Και η πολιτεία μπορεί και πρέπει να βοηθήσει τους ηλικιωμένους να έχουν μια ζωή «γεμάτη» και ενδιαφέρουσα, κυρίως όμως αξιοπρεπή, παρέχοντας ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, καλές συντάξεις, ασφάλεια. Η δημιουργία συμβουλευτικών κέντρων για την τρίτη ηλικία θα βοηθούσε να δουν οι ηλικιωμένοι τα προβλήματά τους από άλλη οπτική. Τέλος, πρέπει να δίνει το κράτος δυνατότητες ψυχαγωγίας και απασχόλησης στους ηλικιωμένους, αφού η απασχόληση είναι ο καλύτερος τρόπος να διατηρήσουν τη ζωτικότητα και την αισιοδοξία τους.
Βέβαια, υπάρχει και η άλλη όψη, των ηλικιωμένων που παραμένουν υγιείς, δραστήριοι και ακμαίοι. Στην εποχή μας, ένας άνθρωπος 75 χρόνων θεωρείται και είναι νέος, ενώ παλαιότερα, λόγω των δύσκολων συνθηκών της ζωής, από τα 60 χρόνια τους πολλοί άνθρωποι αισθάνονταν και φαίνονται γερασμένοι.
Ακραίο και θλιβερό είναι το φαινόμενο των ηλικιωμένων, οι οποίοι, αν και είναι σωματικά και ψυχικά υγιείς και έχουν οικογένειες, εγκαταλείπονται σε ιδρύματα και γηροκομεία. Πάντως, στην Ελλάδα ο θεσμός της οικογένειας είναι ακόμη ζωντανός και οι παππούδες συνήθως έχουν την αγάπη και τη μέριμνα των υπόλοιπων μελών.
Η θέση των ηλικιωμένων είναι καλύτερη στην επαρχία, καθώς εκεί έχουν το δικό τους τρόπο ζωής, ελευθερία κινήσεων, δυνατότητα αυτενέργειας και κοινωνικής επαφής. Γενικά, όμως, η θέση τους έχει υποβαθμιστεί λόγω του διαφορετικού τρόπου ζωής του σύγχρονου ανθρώπου. Οι γρήγοροι ρυθμοί, οι αυξημένες απαιτήσεις, η αστικοποίηση, η φύση της εργασίας έχουν συμβάλει στη διαμόρφωση ενός σύγχρονου τύπου «πυρηνικής» οικογένειας όπου ο παππούς και η γιαγιά δεν έχουν συχνά θέση. Στις μεγαλουπόλεις, οι ψυχρές και απρόσωπες πολυκατοικίες είναι αφιλόξενες για τα ηλικιωμένα μέλη της οικογένειας.
Η κρίση του θεσμού της οικογένειας, η αμφισβήτηση παραδοσιακών αξιών και αρχών, η απομάκρυνση από τον παλαιότερο τρόπο ζωής, οι συχνά συμβατικές συγγενικές σχέσεις και η διεύρυνση του χάσματος των γενεών, είναι ορισμένοι επιπλέον λόγοι στους οποίους οφείλεται στην υποβάθμιση της θέσης των ηλικιωμένων. Το πρόβλημα εντείνεται, καθώς δεν υπάρχει ουσιαστική κρατική μέριμνα και κοινωνική πρόνοια για τους ηλικιωμένους ανθρώπους.
Η οικογένεια και ο κοινωνικός περίγυρος μπορούν να συμβάλουν, ώστε να αντιμετωπίζουν οι ηλικιωμένοι πιο αισιόδοξα την ώριμη περίοδο της ζωής τους. Πρώτα-πρώτα πρέπει να τους δείξουν ότι δεν τους θεωρούν άχρηστους, αλλά ότι τους αγαπούν και νοιάζονται γι’ αυτούς. Έπειτα, πρέπει να τους ωθούν να είναι δραστήριοι και δημιουργικοί. Γενικά, ο περίγυρος και η οικογένεια βοηθούν τους γεροντότερους, όταν τους θεωρούν ισότιμα μέλη της κοινωνίας.
Και η πολιτεία μπορεί και πρέπει να βοηθήσει τους ηλικιωμένους να έχουν μια ζωή «γεμάτη» και ενδιαφέρουσα, κυρίως όμως αξιοπρεπή, παρέχοντας ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, καλές συντάξεις, ασφάλεια. Η δημιουργία συμβουλευτικών κέντρων για την τρίτη ηλικία θα βοηθούσε να δουν οι ηλικιωμένοι τα προβλήματά τους από άλλη οπτική. Τέλος, πρέπει να δίνει το κράτος δυνατότητες ψυχαγωγίας και απασχόλησης στους ηλικιωμένους, αφού η απασχόληση είναι ο καλύτερος τρόπος να διατηρήσουν τη ζωτικότητα και την αισιοδοξία τους.
ΠΗΓΗ: http://filologikhgwnia6.webnode.gr/%CE%BB%CF%8D%CE%BA%CE%B5%CE%B9%CE%BF-/%CE%AD%CE%BA%CE%B8%CE%B5%CF%83%CE%B7-/%CF%84%CF%81%CE%AF%CF%84%CE%B7-%CE%B7%CE%BB%CE%B9%CE%BA%CE%AF%CE%B1-%28%CE%B1-%CE%BB%CF%85%CE%BA%CE%B5%CE%AF%CE%BF%CF%85%29/
Η
ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΓΕΛΙΟΥ
«όσο
γελάμε, τίποτα δεν χάθηκε !!!»
Σαίξπηρ
Ξεκαρδιστείτε, λοιπόν, κάνει καλό!
«Γέλα, καρδιά μου, γέλα.
Βρες χρόνο να γελάς
αυτό είναι η μουσική της ψυχής»
Γιάννης Ρίτσος
«Δεν θα
αντάλλασα ποτέ
το γέλιο της
Καρδιάς μου
με τα πλούτη
όλου του Κόσμου»
Χαλίλ Γκιμπράν
Τόση σοφία
συγκεντρωμένη μέσα σε λίγες λέξεις !
Τόσος πλούτος
ανεκμετάλλευτος !
Στην
καταθλιπτική εποχή μας, όπου όλοι παραπονιόμαστε για τα τόσα προβλήματα που
αντιμετωπίζουμε, οικονομικά, συναισθηματικά, οικογενειακά, επαγγελματικά και
τόσα άλλα, το καλύτερο φάρμακο όχι μόνο για την ψυχή αλλά και για το σώμα, λένε
οι ειδικοί, είναι το ...γέλιο!
Γιατί το γέλιο
είναι φάρμακο;
ή αλλιώς
....από το αχ, αχ, αχ ; ... πώς να περάσουμε .... στα χα, χα χα !!!! κι όμως
...
Έχει αποδειχθεί
επιστημονικά, πως το γέλιο γιατρεύει
ψυχή και σώμα μιας και προστατεύει
την καρδιά μας, ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα, καταπολεμά τον πόνο και
κυρίως την κατάθλιψη.
Το γέλιο δίνει
τη λύση και στους αγχώδεις τύπους, μιας και οτιδήποτε βασανιστικό και ανυπόφορο αποδυναμώνεται, γιατί ....απλώς μας
φαίνεται αστείο.
Γελάστε λοιπόν!
Δυνατά,
ξεκαρδιστικά, αυθόρμητα, με την καρδιά σας... για την καρδιά σας και όχι μόνο!
«Να θυμάσαι πως η ζωή σου ανήκει και μπορείς να τα
αλλάξεις όλα. Κι αν πάλι δεν μπορείς να αλλάξεις την πραγματικότητα τότε να
αλλάξεις το μάτι που βλέπει την πραγματικότητα.»
Ν. Καζαντζάκης Ασκητική
Αυτό το ξέρατε;
· * Κατά μέσον όρο, ένας ενήλικας γελά περί τις 6.205 φορές τον χρόνο. Αυτό σημαίνει περί τις 17 φορές την ημέρα. Δεν είναι πολύ: τα παιδιά γελούν κατά μέσον όρο 40 φορές την ημέρα! Εδώ χρειάζεται να θυμόμαστε τα λόγια των ειδικών όπου λένε : «Δεν σταματάς να γελάς, επειδή γερνάς. Γερνάς επειδή σταματάς να γελάς.» (M.Pritchart)
· * Φυσικά κάθε ηλικία γελά με διαφορετικά αστεία: τα παιδιά με τις εκπλήξεις που στην ηλικία τους είναι πολλές, οι έφηβοι με τα θέματα-ταμπού και με τη σάτιρα των γονέων και διδασκάλων και οι ενήλικοι με τα λεκτικά παιχνίδια, τη σάτιρα και, αν είμαστε αρκούντως ώριμοι, με τον ίδιο μας τον εαυτό.
· * Ένας άνδρας που γελά τρανταχτά εκπνέει τον αέρα από τους πνεύμονές του με ταχύτητα που αγγίζει τα 100 χιλιόμετρα την ώρα!
· * H παρέα δεν είναι απαραίτητη για να γελάσουμε, έχει όμως διαπιστωθεί ότι γελάμε περισσότερο με το ίδιο αστείο, αν γίνεται παρουσία άλλων. Επίσης γελάμε κατά μέσον όρο 30 φορές περισσότερο με παρέα σε σχέση με τις μοναχικές στιγμές μας.
· * Το γέλιο δεν είναι μόνο ανθρώπινο προνόμιο (αρκετά ζώα όπως τα τρωκτικά και οι πίθηκοι γελάνε) . Όμως μόνο ο άνθρωπος μπορεί να ξεχωρίσει τις διαφορετικές χρήσεις του γέλιου: γελάμε επιθετικά, σαρκαστικά, ερωτικά, φιλικά, αμυντικά (για να διώξουμε το στρες).
· *Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι ο Γέλωτας, μαζί με τον Πόθο και την Ηδονή, ήταν δώρα της θεάς Αφροδίτης προς τους ανθρώπους.
· *Ο Λυκούργος είχε ιδρύσει στην Σπάρτη ναό, όπου λατρεύονταν ο Γέλωτας . Ναός του Γέλωτα, υπήρχε επίσης και στην πόλη των Αινιάνων Υπάτων της Θεσσαλίας. Μάλιστα μια φορά τον χρόνο τελούσαν και δημόσιους αγώνες προς τιμή του .
· *Ο Ιπποκράτης πίστευε στην θεραπευτική αξία του γέλιου !
· * Κατά μέσον όρο, ένας ενήλικας γελά περί τις 6.205 φορές τον χρόνο. Αυτό σημαίνει περί τις 17 φορές την ημέρα. Δεν είναι πολύ: τα παιδιά γελούν κατά μέσον όρο 40 φορές την ημέρα! Εδώ χρειάζεται να θυμόμαστε τα λόγια των ειδικών όπου λένε : «Δεν σταματάς να γελάς, επειδή γερνάς. Γερνάς επειδή σταματάς να γελάς.» (M.Pritchart)
· * Φυσικά κάθε ηλικία γελά με διαφορετικά αστεία: τα παιδιά με τις εκπλήξεις που στην ηλικία τους είναι πολλές, οι έφηβοι με τα θέματα-ταμπού και με τη σάτιρα των γονέων και διδασκάλων και οι ενήλικοι με τα λεκτικά παιχνίδια, τη σάτιρα και, αν είμαστε αρκούντως ώριμοι, με τον ίδιο μας τον εαυτό.
· * Ένας άνδρας που γελά τρανταχτά εκπνέει τον αέρα από τους πνεύμονές του με ταχύτητα που αγγίζει τα 100 χιλιόμετρα την ώρα!
· * H παρέα δεν είναι απαραίτητη για να γελάσουμε, έχει όμως διαπιστωθεί ότι γελάμε περισσότερο με το ίδιο αστείο, αν γίνεται παρουσία άλλων. Επίσης γελάμε κατά μέσον όρο 30 φορές περισσότερο με παρέα σε σχέση με τις μοναχικές στιγμές μας.
· * Το γέλιο δεν είναι μόνο ανθρώπινο προνόμιο (αρκετά ζώα όπως τα τρωκτικά και οι πίθηκοι γελάνε) . Όμως μόνο ο άνθρωπος μπορεί να ξεχωρίσει τις διαφορετικές χρήσεις του γέλιου: γελάμε επιθετικά, σαρκαστικά, ερωτικά, φιλικά, αμυντικά (για να διώξουμε το στρες).
· *Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι ο Γέλωτας, μαζί με τον Πόθο και την Ηδονή, ήταν δώρα της θεάς Αφροδίτης προς τους ανθρώπους.
· *Ο Λυκούργος είχε ιδρύσει στην Σπάρτη ναό, όπου λατρεύονταν ο Γέλωτας . Ναός του Γέλωτα, υπήρχε επίσης και στην πόλη των Αινιάνων Υπάτων της Θεσσαλίας. Μάλιστα μια φορά τον χρόνο τελούσαν και δημόσιους αγώνες προς τιμή του .
· *Ο Ιπποκράτης πίστευε στην θεραπευτική αξία του γέλιου !
ΤΟ ΓΕΛΙΟ EINAI ΑΕΡΟΒΙΚΗ ΑΣΚΗΣΗ
Το γέλιο μας
βοηθά να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις και τις συγκρούσεις καλύτερα γιατί μας
δίνει μια πιο ισορροπημένη προοπτική.
ΔΗΜΙΟΥΡΓΩΝΤΑΣ
ΘΕΤΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ
ΚΑΛΛΙΕΡΓΩΝΤΑΣ
ΑΥΤΟΠΕΠΟΙΘΗΣΗ
ΒΕΛΤΙΩΝΟΝΤΑΣ
ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
Το γέλιο μας
επιτρέπει να είμαστε πιο ανοιχτοί ο ένας με τον άλλο
Τακτικές δόσεις
γέλιου και παιχνιδιού μας κάνουν να είμαστε ερωτευμένοι με τη ζωή και τους
άλλους ανθρώπους χωρίς κόπο.
Το γέλιο είναι ένα μονοπάτι προς την ανιδιοτελή
αγάπη.
�ασία
για τις κάθε είδους εξετάσεις.
3. είτε δεν υπάρχει πάντα
υποδομή στους διδάσκοντες είτε το απαραίτητο ενδιαφέρον.
4. οι μαθητές θεωρούν το
αστείο ως ευκαιρία για «πλάκα», για χάσιμο μαθήματος ή και το χειρότερο για
ταύτιση του αστείου με κάποιο συμμαθητή τους, στον οποίο δημιουργείται πολλές
φορές ψυχολογικό πρόβλημα.
Προτάσεις για
το πώς μπορεί να ασκηθεί μια «αγωγή γέλιου» στο σχολείο :
1. με τη διδασκαλία
ανάλογων κειμένων της νεοελληνικής και αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας( να
εμπλουτιστούν τα μαθήματα των αρχαίων και νέων ελληνικών).
2. να ενθαρρύνονται
πολιτιστικές πρωτοβουλίες με χιουμοριστική απόχρωση π.χ.
παρακολούθηση μιας κωμικής ταινίας, μιας έκθεσης γελοιογραφίας κ.α.).
3. να εμπλουτιστούν οι
σχολικές βιβλιοθήκες με βιβλία, λευκώματα κ.α. με χιουμοριστικό περιεχόμενο.
4. να ενθαρρύνεται από το
σχολείο η έμφυτη, δημιουργική, χιουμοριστική διάθεση των μαθητών (να γράφουν
και να ανεβάζουν σατιρικά ή κωμικά σκετς, να παρουσιάζουν κωμικά κείμενά τους
κ.α.).
5. το βασικότερο, να
κατανοηθεί από τους διδάσκοντες ο εκτονωτικός και παιδαγωγικός χαρακτήρας του
κωμικού, του αστείου και να το ενσωματώσουν μέσα στη διδασκαλία τους. Ο
αστεϊσμός δεν είναι εχθρός αλλά σύμμαχος της προσπάθειας καθηγητών
και μαθητών για την κατάκτηση της γνώσης.
ΟΙ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ Α'ΛΥΚΕΙΟΥ: ΤΟ ΓΕΛΙΟ, ΚΛΕΙΩ ΠΕΡΗΦΑΝΟΥ
ΠΗΓΗ: http://filologikesidees.blogspot.gr/2013/06/blog-post_1602.html
Θέμα : το γέλιο, το κωμικό στοιχείο
Ορισμός : γέλιο
είναι η έκφραση χαράς, ευαρέσκειας (ενίοτε ειρωνείας και σαρκασμού) με
σύσπαση των μυών του προσώπου, κυρίως του στόματος. Η κωμωδία αναπαριστά /
διακωμωδεί τα ελαττώματα των ανθρώπων με τρόπο όμως κωμικό, για να προκαλέσει
το γέλιο και όχι τον πόνο. Σκοπός της είναι να διορθώσει τις
αδυναμίες ή τα ελαττώματα των ανθρώπων με τρόπο διασκεδαστικό. Επειδή κανένας
δε θέλει να αισθάνεται γελοίος, προσπαθεί να συμμορφωθεί όταν οι άλλοι τον
περιγελούν ή τον ειρωνεύονται.
Οι λόγοι που
λείπει σήμερα το γέλιο από τη ζωή μας :
1. ο γρήγορος ρυθμός της
σημερινής ζωής, το άγχος.
2. η αποξένωση, οι κακές,
έως αδιάφορες, ανθρώπινες σχέσεις και η έλλειψη επικοινωνίας.
3. τα έντονα ψυχολογικά
προβλήματα, απότοκα της εποχής μας.
4. ο ελάχιστος ελεύθερος
χρόνος, που έχουν σήμερα στη διάθεσή τους οι άνθρωποι.
5. η σοβαροφάνεια και η
έλλειψη πνευματικής καλλιέργειας .
6. η γενικότερη παγκόσμια
κατάσταση (οικολογικό πρόβλημα, απειλή πυρηνικού πολέμου…).
Δυστυχώς τη
σημερινή εποχή το γέλιο λείπει από τη ζωή μας.
Τα οφέλη από
το γέλιο :
1. ευαισθητοποιούνται τα
άτομα.
2. καλλιεργείται ο
συναισθηματικός τους κόσμος.
3. ανάπτυξη του
πνεύματος.
4. το άτομο ζει
πληρέστερη ζωή.
5. ο άνθρωπος
αντιμετωπίζει με μεγαλύτερο ρεαλισμό τις τυχόν δύσκολες στιγμές, μια και τον
βοηθά να βλέπει και τη φαιδρή πλευρά της ζωής.
6. φέρνει πιο κοντά τους
ανθρώπους, γιατί αγγίζει θέματα ευχάριστα, που τους ενώνουν, και όχι δυσάρεστα
που τους χωρίζουν.
7. δίνει δύναμη και
διαμορφώνει καλύτερη διάθεση για τη συνέχιση της ζωής.
Οι παράγοντες
που διαμορφώνουν σήμερα την αισθητική του γέλιου :
1. η ύπαρξη ή η έλλειψη αγωγής
και παιδείας.
2. ο μιμητισμός.
3. τα Μ.Μ.Ε.
4. ο κινηματογράφος και
το θέατρο, δυστυχώς τις περισσότερες φορές όταν είναι κακής ποιότητας.
5. οι συντροφιές.
6. τα καλά ή κακά βιβλία.
Το γέλιο και
ο ρόλος του στην ολοκλήρωση μιας προσωπικότητας και την ένταξή της στο
κοινωνικό σύνολο : η προσωπικότητα του ανθρώπου διακρίνεται για την
πολυπλοκότητα της. Πολλοί παράγοντες, εσωτερικοί και εξωτερικοί, συντελούν στη
διαμόρφωση της ανθρώπινης οντότητας. Το γέλιο παίζει κι αυτό το δικό του ρόλο,
μια και :
1. για να αποδεχτεί κάποιος
τη σάτιρα, ιδίως όταν αφορά τον εαυτό του, πρέπει να διαθέτει εξυπνάδα,
ενημέρωση (για την κατανόηση του αστείου), μεγαλοσύνη και αυτογνωσία.
2. του επιτρέπει να
αντιλαμβάνεται διαφορετικές πλευρές της ζωής, ώστε να αντιμετωπίζει τις
δύσκολες καταστάσεις με ρεαλισμό και χωρίς υπερβολές.
3. διαμορφώνει τις
κοινωνικές του σχέσεις, καθώς ένας ευχάριστος άνθρωπος είναι περισσότερο
αποδεκτός από ένα σκυθρωπό και απλησίαστο. Ενσωματώνεται ευκολότερα με τους
υπόλοιπους, αφού το γέλιο αναφέρεται σε στοιχεία που ενώνουν και δεν χωρίζουν
τους ανθρώπους.
Ο ρόλος
της σάτιρας και του κωμικού στην κοινωνική μας ζωή και τις διαπροσωπικές μας
σχέσεις : σκοπός της σάτιρας είναι να επιτεθεί και να πληγώσει τον
αντίπαλο, χωρίς απευθείας αναμέτρηση. Όποιος σατιρίζει χτυπά το πιο ευαίσθητο
σημείο του αντιπάλου και τον εκδικείται μέσα από το γέλιο. Υπάρχουν δύο πλευρές
της σάτιρας :
1. η ευτελής, που
εκδηλώνεται με μνησικακία του δειλού ανθρώπου, ο οποίος χτυπά τον αντίπαλο από
πίσω και με μάσκα, «στα αστεία».
2. η ευγενική πλευρά, που
εκδηλώνεται ως αντίδραση του ανίσχυρου απέναντι σε αυταρχικά, ισχυρά πρόσωπα
και καθεστώτα. Η σάτιρα αποτελεί όπλο στα χέρια των ανθρώπων που δεν μπορούν να
αντιπαρατεθούν απέναντι σε συγκριτικά ισχυρότερους. Σε συνθήκες αυταρχικής
επιβολής, ψυχολογικής βίας, σε τυραννικά καθεστώτα η σάτιρα ευδοκιμεί
ιδιαίτερα, καθώς οι άνθρωποι καταφεύγουν σ’ αυτήν ως ένα είδος «εκδικήσεως δια
του γέλωτος», ως είδος εκδίκησης των ανίσχυρων απέναντι στους ισχυρούς.
Η σημασία του
κωμικού στοιχείου στη σχολική ζωή :
1. συντελεί στην καλύτερη
εμπέδωση του γνωστικού αντικειμένου (δημιουργεί θετική διάθεση στο μαθητή σε
μια ευχάριστη ατμόσφαιρα, αποδιώχνει το άγχος του διαρκούς ελέγχου, καθιστά το
μάθημα ελκυστικό).
2. ενισχύει τη
μεταδοτικότητα του δασκάλου (καταργεί την απόσταση από το μαθητή΄, αναδεικνύει
το διάλογο ως κυρίαρχο στοιχείο της διδασκαλίας με τη δημιουργία φιλικού
κλίματος ).
3. επηρεάζει θετικά τις
σχέσεις των συμμαθητών (εκλείπει το κλίμα ανταγωνισμού, διαμορφώνει κλίμα
συνεργασίας και συλλογικότητας, καθώς απελευθερώνει την καταπιεσμένη
κοινωνικότητα των μαθητών).
4. επιδρά θετικά
στην παιδαγωγική πτυχή του σχολείου (οι νέοι μορφώνονται σε ένα αντιαυταρχικό
περιβάλλον, που αναπτύσσει την αισιόδοξη διάθεση και τις δημιουργικές τους
ικανότητες, το κλίμα οικειότητας, αναδεικνύει τον πραγματικό ρόλο του δασκάλου
που λειτουργεί ως πρότυπο κι εμπνέει αξίες στους μαθητές του).
5. συμβάλλει στη
διαμόρφωση ολοκληρωμένων προσωπικοτήτων (περιστέλλει την εσωστρέφεια,
απομακρύνει την ανασφάλεια, τονώνει την αισιοδοξία και την αυτοπεποίθηση και
αναπτύσσει το συναίσθημα).
Προϋποθέσεις
για την ευεργετική λειτουργία του κωμικού στοιχείου στο σχολείο :
1. να μην εκφυλλίζεται σε
κακής ποιότητας αστείο που προσβάλλει την αισθητική.
2. να μη γίνεται
αυτοσκοπός του διδάσκοντα για την προσέγγιση του μαθητή.
3. να μην συγχέεται με
την ειρωνεία του δασκάλου.
4. να υπάρχει αίσθηση του
μέτρου, ώστε να μην οδηγούμαστε σε γελοιοποίηση του μαθήματος.
5. να μην αποσπά την
προσοχή του μαθητή από τη διδακτέα ύλη.
6. να κατέχει ο δάσκαλος
τις ικανότητες να χρησιμοποιεί το χιούμορ ως μέσο προσέγγισης δύσκολων εννοιών
του γνωστικού αντικειμένου.
7. να είναι ο μαθητής
ώριμος να προσδιορίζει το σκοπό για τον οποίο ο δάσκαλος χρησιμοποιεί το
κωμικό, αλλά και να μην εκμεταλλεύεται τις σχέσεις οικειότητας, δημιουργώντας
προβλήματα στο μάθημα.
Είναι η
σύλληψη και η δημιουργία μιας κωμικής κατάστασης «διδακτόν»; Μπορούμε να
διδάξουμε στο πλαίσιο της σχολικής διδασκαλίας, τους νέους ανθρώπους να
αντιλαμβάνονται και να δημιουργούν γέλιο και κωμικές καταστάσεις με το :
1. να καλλιεργήσουμε την
έμφυτη ικανότητά τους για πετυχημένα αστεία.
2. βελτιώνοντας την
ευαισθησία του νέου με τη μουσική και τις εικαστικές τέχνες.
3. να διαβάζουμε
επιτυχημένα ευθυμογραφήματα και στη συνέχεια να εξετάσουμε τους τρόπους
προσέγγισης του γέλιου.
4. να συμπεριλαμβάνουμε
κωμικά κείμενα στη διδασκαλία.
5. η προσέγγιση των
κειμένων να γίνεται όχι για την ανεύρεση αξιών, αλλά για την
ανεύρεση και τη χαρά του ευτράπελου.
Για ποιους
λόγους δεν καλλιεργείται το γέλιο σήμερα στο σχολείο :
1. δεν υπάρχει ικανός
αριθμός χιουμοριστικών, σατιρικών και γενικά εύθυμων κειμένων.
2. το πρόγραμμα του
σχολείου, και ιδιαίτερα του Λυκείου, δεν αφήνει χρονικά περιθώρια για την καλλιέργεια
της αισθητικής αγωγής του γέλιου, μια και πιέζει ο χρόνος για την προετοιμασία
για τις κάθε είδους εξετάσεις.
3. είτε δεν υπάρχει πάντα
υποδομή στους διδάσκοντες είτε το απαραίτητο ενδιαφέρον.
4. οι μαθητές θεωρούν το
αστείο ως ευκαιρία για «πλάκα», για χάσιμο μαθήματος ή και το χειρότερο για
ταύτιση του αστείου με κάποιο συμμαθητή τους, στον οποίο δημιουργείται πολλές
φορές ψυχολογικό πρόβλημα.
Προτάσεις για
το πώς μπορεί να ασκηθεί μια «αγωγή γέλιου» στο σχολείο :
1. με τη διδασκαλία
ανάλογων κειμένων της νεοελληνικής και αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας( να
εμπλουτιστούν τα μαθήματα των αρχαίων και νέων ελληνικών).
2. να ενθαρρύνονται
πολιτιστικές πρωτοβουλίες με χιουμοριστική απόχρωση π.χ.
παρακολούθηση μιας κωμικής ταινίας, μιας έκθεσης γελοιογραφίας κ.α.).
3. να εμπλουτιστούν οι
σχολικές βιβλιοθήκες με βιβλία, λευκώματα κ.α. με χιουμοριστικό περιεχόμενο.
4. να ενθαρρύνεται από το
σχολείο η έμφυτη, δημιουργική, χιουμοριστική διάθεση των μαθητών (να γράφουν
και να ανεβάζουν σατιρικά ή κωμικά σκετς, να παρουσιάζουν κωμικά κείμενά τους
κ.α.).
5. το βασικότερο, να
κατανοηθεί από τους διδάσκοντες ο εκτονωτικός και παιδαγωγικός χαρακτήρας του
κωμικού, του αστείου και να το ενσωματώσουν μέσα στη διδασκαλία τους. Ο
αστεϊσμός δεν είναι εχθρός αλλά σύμμαχος της προσπάθειας καθηγητών
και μαθητών για την κατάκτηση της γνώσης.
- αφηγητής (με βάση τη συμμετοχή στα γεγονότα)
- ομοδιηγητικός: συμμετέχει στην ιστορία είτε ως
πρωταγωνιστής (αυτοδιηγητικός) είτε ως παρατηρητής ή αυτόπτης μάρτυρας
- ετεροδιηγητικός: δε συμμετέχει στην αφηγούμενη ιστορία
- παντογνώστης: γνωρίζει τα πάντα (μηδενική εστίαση),
είναι πανταχού παρών, δε μετέχει στη δράση.
- εστίαση
- μηδενική: ο αφηγητής γνωρίζει περισσότερα από τα
πρόσωπα της ιστορίας, γνωρίζει και σχολιάζει τα κίνητρα που τους ωθούν στις
πράξεις τους, τις βαθύτερες σκέψεις τους. Είναι ο παντογνώστης αφηγητής, που δε
μετέχει στα διαδραματιζόμενα γεγονότα.
- εσωτερική: ο αφηγητής γνωρίζει τόσα όσα τα
πρόσωπα της ιστορίας, γιατί είναι πρωταγωνιστής ή παρατηρητής ή αυτόπτης
μάρτυρας.
- εξωτερική: ο αφηγητής γνωρίζει λιγότερα από όσα
τα πρόσωπα της ιστορίας (π. χ. αστυνομικά μυθιστορήματα)
- χρόνος αφήγησης
ΕΞΩΚΕΙΜΕΝΙΚΟΣ
-
ο
χρόνος του πομπού (συγγραφέας)
-
ο
χρόνος του δέκτη των γεγονότων
(αναγνώστης)
ΕΣΩΚΕΙΜΕΝΙΚΟΣ
- ο χρόνος της ιστορίας (ο χρόνος δηλαδή κατά τον οποίο διαδραματίζονται τα
γεγονότα της αφήγησης)
- ο χρόνος της αφήγησης
(για παράδειγμα όταν μου αφηγείστε πώς
έγινε η βάφτισή σας, ο χρόνος της ιστορίας αναφέρεται στο 2000, ενώ ο χρόνος
της αφήγησης είναι το σήμερα που αφηγείστε τα γεγονότα, δηλαδή το 2014)
Η αφήγηση των γεγονότων, λοιπόν, μπορεί
να γίνει με τους εξής τρόπους:
- γραμμική
αφήγηση: αφήγηση
των γεγονότων με τη χρονολογική τους σειρά
- αναδρομή:
τότε ενώ
αφηγούμαστε ένα γεγονός, κάνουμε αναφορά σε κάτι που έγινε πριν από αυτό.
- πρόληψη ή πρόδομη αφήγηση: κατά την αφήγηση ενός γεγονότος
αναφερόμαστε σε κάτι που θα συμβεί ύστερα από αυτό.
οι αναδρομές
και οι προλήψεις ονομάζονται αναχρονίες
- ρυθμός αφήγησης
- επιτάχυνση:
τότε η διάρκεια
των γεγονότων της αφήγησης είναι μικρότερη από τη διάρκεια των γεγονότων της ιστορίας (αφηγούμαστε τα γεγονότα σύντομα
ώστε στην αφήγησή μας να διαδραματίζονται συντομότερα από ό,τι στην
πραγματικότητα)
- επιβράδυνση: ο χρόνος της αφήγησης είναι
μεγαλύτερος από ό,τι ο χρόνος της ιστορίας (αφηγούμαστε τα γεγονότα
προσδίδοντάς τους μεγαλύτερη διάρκεια από ό,τι στην πραγματικότητα με σκοπό να
εντείνουμε την αγωνία ή να δημιουργήσουμε ισχυρότερες εντυπώσεις)
- σκηνή: ο χρόνος της αφήγησης είναι ίσος με το
χρόνο της ιστορίας (διαλογικά μέρη)
- έλλειψη
ή αφηγηματικό κενό:
παράλειψη μέρους των γεγονότων της πραγματικής ιστορίας (για παράδειγμα, όταν
είναι ασήμαντα)
- περίληψη
- οπτική γωνία
με τον παραπάνω όρο εννοούμε τον τρόπο
με τον οποίο αντιμετωπίζουν και αφηγούνται τα ίδια γεγονότα, διαφορετικοί άνθρωποι
(για παράδειγμα ένα επεισόδιο μέσα στην τάξη θα το αφηγηθεί με τον ίδιο τρόπο ο
καθηγητής που τιμώρησε το μαθητή και ο μαθητής που τιμωρήθηκε;)
- αφηγηματικοί τρόποι
- διήγηση:
τριτοπρόσωπη
αφήγηση με μηδενική εστίαση όπου ο
αφηγητής είναι παντογνώστης
- μίμηση: α)
πρωτοπρόσωπη αφήγηση με εσωτερική εστίαση, β) τριτοπρόσωπη αφήγηση, όμως από την οπτική γωνία ενός συγκεκριμένου
προσώπου της ιστορίας γ) διάλογος, δ) εσωτερικός μονόλογος
- μεικτός
τρόπος: συνδιασμός
διήγησης και μίμησης
-
περιγραφή
- εκφραστικοί τρόποι
σχήματα λόγου ή οτιδήποτε σχετίζεται με
την ιδιαιτερότητα της έκφρασης του κειμένου(π.χ. γλώσσα με ιδιωματισμούς,
καθαρεύουσα κ.λ.π.)
Σχήματα λόγου
Aλληγορία: Η
αλληγορία είναι ένας μεταφορικός εκφραστικός τρόπος, ο οποίος κρύβει νοήματα
διαφορετικά από εκείνα που φανερώνουν οι χρησιμοποιούμενες συγκεκριμένες
λέξεις. Με την τεχνική αυτή, επομένως, επιδιώκεται και επιτυγχάνεται η απόκρυψη
του πραγματικού νοήματος. Συνεπώς, οπουδήποτε λειτουργεί η έννοια της
αλληγορίας, χρειάζεται και απαιτείται μια ειδική ανάγνωση για την
αποκωδικοποίηση και την κατανόηση του πραγματικού νοήματος. Αυτή η ειδική
ανάγνωση προϋποθέτει την ικανότητα να διαβάζουμε ένα αλληγορικό κείμενο «κάτω
από τις λέξεις», για να αποκαλύψουμε τα κρυμμένα ή, έστω, τα δυσδιάκριτα
νοήματα. Στο χώρο της λογοτεχνίας η αλληγορία είναι μια ιδιαίτερα συχνή
τεχνική. Συγκεκριμένα, ο πεζογράφος ή ο ποιητής, για να προσδώσει στα νοήματά
του μεγαλύτερη υποβλητικότητα και για να καταστήσει περισσότερο αισθητά και,
επομένως, ζωντανά, καταφεύγει συχνά στην τεχνική και στους τρόπους της
αλληγορίας.
Αναδίπλωση: Υπάρχουν δύο τρόποι για να προσδιορίσουμε την έννοια της αναδίπλωσης. Ο ένας ο στενός και καθιερωμένος και ο άλλος είναι ο ευρύτερος και ουσιαστικότερος. Σύμφωνα με τον πρώτο τρόπο, η αναδίπλωση είναι ένα σχήμα λόγου (ή ένας εκφραστικός τρόπος), σύμφωνα με το οποίο μια λέξη (ή και μια φράση) τίθεται στο λόγο μια φορά και αμέσως μετά επαναλαμβάνεται. Έτσι, η ίδια λέξη ακούγεται στο λόγο δύο φορές, χωρίς όμως ανάμεσά τους να μεσολαβεί κάτι άλλο. π.χ. Απρίλη, Απρίλη δροσερέ και Μάη με τα λουλούδια.
Η αναδίπλωση αυτής της μορφής, από άποψη αισθητικής και νοηματικής λειτουργίας, αποσκοπεί στο να προβάλει με ιδιαίτερη ένταση και έμφαση την επαναλαμβανόμενη έννοια. Στα ποιητικά, όμως, κείμενα, η έννοια της αναδίπλωσης λειτουργεί και με έναν ευρύτερο, πιο ελεύθερο και πολύ πιο ουσιαστικό τρόπο. Για παράδειγμα στο ποίημα του Σεφέρη «Ελένη», διαβάζουμε τα εξής:
Δακρυσμένο πουλί, στην Κύπρο τη θαλασσοφίλητη
που έταξαν για να μου θυμίζει την πατρίδα,
άραξα μοναχός μ’ αυτό το παραμύθι,
αν είναι αλήθεια πως αυτό είναι παραμύθι,
αν είναι αλήθεια πως οι άνθρωποι δε θα ξαναπιάσουν
τον παλιό δόλο των θεών,
αν είναι αλήθεια πως κάποιος άλλος Τεύκρος, ύστερα από χρόνια...
Σε αυτό το απόσπασμα ο εκφραστικός τρόπος της αναδίπλωσης χρησιμοποιείται και αξιοποιείται με έναν πολύ πιο ελεύθερο τρόπο. Συγκεκριμένα ο ποιητής χρησιμοποιεί και επαναλαμβάνει τρεις φορές την ίδια έκφραση (αν είναι αλήθεια) στην αρχή ισάριθμων στίχων. Με την τριπλή αυτή αναδίπλωση ο ποιητής θέτει εμφατικά, δηλαδή με ιδιαίτερη ένταση, το γεγονός ότι και στο μέλλον ο άνθρωπος θα ξαναζήσει την ίδια περιπέτεια ενός μάταιου πολέμου σαν ένας άλλος Τεύκρος.
Ανακόλουθο: Στο σχήμα αυτό παραβιάζεται η συντακτική συνέπεια μιας πρότασης λόγω ταχύτητας του λόγου, ψυχικής ταραχής ή και σκοπιμότητας του ομιλητή ή συγγραφέα. π.χ. «Ο Διάκος (αντί του Διάκου) σαν τ’ αγροίκησε πολύ του κακοφάνη».
Αναστροφή: Η σκόπιμη αλλαγή της φυσικής σειράς των λέξεων μιας φράσης.
π.χ. του προδομένου ο πόνος της καρδιάς
αντί: ο πόνος της καρδιάς του προδομένου.
Αναφώνηση (ή επιφώνηση): Μια λέξη ή φράση επιφωνηματική (επίκληση σε κάποιο πρόσωπο) που φανερώνει τη συναισθηματική κατάσταση εκείνου που μιλάει. π.χ. Και η φωνή του, Θεέ μου! Τι φωνή!
Αντίθεση: Σχήμα λόγου κατά το οποίο αντίθετες λέξεις ή έννοιες παρατίθενται για να δημιουργήσουν εντύπωση. π.χ. τις Εστιάδες τις σεμνές μα κολασμένες. Η αντίθεση ενδέχεται να εκφράζεται μόνο με δύο λέξεις αλλά και με δύο φράσεις ακόμα και με δύο μεγάλα τμήματα λόγου.
Αντονομασία: Λεκτικός τρόπος ή σχήμα αντικατάστασης κύριου ή προσηγορικού ονόματος από άλλη συνώνυμη ή ισοδύναμη λέξη ή φράση. π.χ. Ο Γέρος του Μοριά αντί για Κολοκοτρώνης.
Από κοινού: Μια λέξη (ή περισσότερες) ή μια πρόταση, που παραλείπεται, εννοείται από τα προηγούμενα όπως ακριβώς είναι εκεί, αμετάβλητη. π.χ. Σε τραγουδά, όπως το πουλί τον ήλιο που ανατέλλει (ενν. όπως τραγουδά). Το σχήμα από κοινού είναι είδος βραχυλογίας, η οποία με τη σειρά της είναι μορφή έλλειψης.
Αποσιώπηση: Διακόπτεται ο λόγος και παραλείπονται όσα θα ακολουθούσαν, ενώ στη θέση τους σημειώνονται τρεις τελείες (αποσιωπητικά), μιας και ο αφηγητής δε θέλει να μας πει περισσότερα λόγω συναισθηματικής φόρτισης ή για να υπαινιχθεί κάτι.
π.χ. Και τότε η μάνα του τον κοίταξε
δακρυσμένη…
Αποστροφή: Το σχήμα λόγου κατά το οποίο ο ομιλητής διακόπτει τη ροή του λόγου του και στρέφεται προς συγκεκριμένο πρόσωπο, σε προσωποποιημένο αντικείμενο ή σε αφηρημένη ιδέα.
Αποστροφή: Το σχήμα λόγου κατά το οποίο ο ομιλητής διακόπτει τη ροή του λόγου του και στρέφεται προς συγκεκριμένο πρόσωπο, σε προσωποποιημένο αντικείμενο ή σε αφηρημένη ιδέα.
Άρση και θέση: Πρώτα λέγεται τι δεν είναι κάτι (ή τι δε συμβαίνει) και αμέσως μετά τι είναι (ή τι συμβαίνει) – πρώτα αίρεται κάτι και στη συνέχεια τίθεται. π.χ. Εγώ δεν είμαι Τούρκος. Είμαι καλογεράκι απ΄ το ασκηταριό.
Ασύνδετο: Η παράθεση ομοειδών συντακτικών όρων, που δε συνδέονται μεταξύ τους με συνδετικά στοιχεία. «ήπιε, χόρεψε, τραγούδησε…»
Βραχυλογία: Το σχήμα λόγου που συνίσταται στην παράλειψη των ευκόλως εννοούμενων όρων μιας πρότασης χάριν συντομίας. π.χ. Την άλλη μέρα δεν έφυγα, όπως είχα σκοπό.(εννοείται να φύγω…), Είδα τις αστραπές και τις βροντές και τρόμαξα. (Αντί είδα τις αστραπές, άκουσα τις βροντές και τρόμαξα.
Ειρωνεία: Η ειρωνεία στην ποιητική έκφρασή επιτυγχάνεται με διάφορους τρόπους και δεν είναι εύκολο να δοθεί ένας απλώς ορισμός αυτού του πολυδύναμου εκφραστικού μέσου. Η αίσθηση της ειρωνείας δημιουργείται με την αντίθεση που εμφανίζεται ανάμεσα στα λεγόμενα ή στα σχέδια των προσώπων και στην τελική έκβαση των γεγονότων. Υπάρχει επίσης η τραγική ειρωνεία, στην οποία οι αναγνώστες γνωρίζουν την εξέλιξη που θα έχουν τα πρόσωπα του λογοτεχνικού έργου και κατανοούν πότε οι ήρωες κινούνται προς την καταστροφή. Παράλληλα, οι λογοτέχνες καταφεύγουν συχνά και στη λεκτική ειρωνεία, όπως την αντιλαμβανόμαστε στην καθημερινή μας ομιλία, χρησιμοποιώντας με προσποίηση λέξεις που το σημασιολογικό τους περιεχόμενο είναι αντίθετο από αυτό που έχει ο ομιλητής στο μυαλό του. πχ. Ωραία τα κατάφερες!
Έλλειψη: Παραλείπονται λεκτικά στοιχεία που εννοούνται εύκολα από την κοινή πείρα, από τη σειρά του λόγου και από τα συμφραζόμενα. πχ. Περασμένα ξεχασμένα1 (αντί τα περασμένα ας είναι ξεχασμένα!)
Έμφαση: Ένα στοιχείο του λόγου τονίζεται με οποιονδήποτε τρόπο, ώστε να εστιαστεί σε αυτό η προσοχή του αναγνώστη. πχ. Εμένα να ακούς! (Χωρίς έμφαση: Να με ακούς!)
Ένα με δύο (εν διά δυοίν): Μια έννοια εκφράζεται με δύο λέξεις που συνδέονται με το και, ενώ σύμφωνα με το νόημα η μία από αυτές έπρεπε να είναι προσδιορισμός της άλλης. π.χ. Γυναίκες που είν’ οι άντροι σας και οι καπεταναραίοι. αντί για: οι άντροι σας, οι καπεταναραίοι.
Επανάληψη: Μια έννοια ή ένα νόημα εκφράζεται δύο φορές στη σειρά με την ίδια λέξη ή φράση (αυτούσια ή ελαφρώς αλλαγμένη).
πχ. Αχός βαρύς ακούεται, πολλά ντουφέκια πέφτουν. Μήνα σε γάμο
ρίχνονται, μήνα σε πανηγύρι; Μηδέ σε γάμο ρίχνονται, μηδέ σε πανηγύρι.
Ευφημισμός: Χρησιμοποιούνται λέξεις ή φράσεις με καλή σημασία για την ονομασία κακού ή δυσάρεστου πράγματος (π.χ. Εύξεινος Πόντος).
Ευφημισμός: Χρησιμοποιούνται λέξεις ή φράσεις με καλή σημασία για την ονομασία κακού ή δυσάρεστου πράγματος (π.χ. Εύξεινος Πόντος).
Το σχήμα κατεξοχήν δημιουργείται, όταν η σημασία μιας
λέξης στενεύει και χρησιμοποιείται με μία και μόνο, ορισμένη έννοια
α. Η Πόλη έπεσε
(Με τη λέξη Πόλη εννοείται η Κωνσταντινούπολη.)
Κλιμακωτό: Αυξάνει βαθμιαία (κλιμακωτά) η ένταση στην παρουσίαση μιας σειράς από ενέργειες ή καταστάσεις (παρουσιάζεται μια σειρά από καταστάσεις ή ενέργειες, από τις οποίες η καθεμιά είναι πιο έντονη από την προηγούμενή της (π.χ. δυσαρεστήθηκε, γκρίνιαξε, διαμαρτυρήθηκε, φώναξε με οργή, αλλά μάταια… κανένας δεν τον άκουσε).
Κύκλος: Μια πρόταση ή μια περίοδος, ένα ποίημα ή ένα διήγημα τελειώνει με την ίδια λέξη ή εικόνα με την οποία αρχίζει. π.χ.
Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ' αγάπησες
στα περασμένα χρόνια.
Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα
και σε βροχή, σε χιόνια,
δεν τραγουδώ παρά γιατί μ' αγάπησες.
στα περασμένα χρόνια.
Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα
και σε βροχή, σε χιόνια,
δεν τραγουδώ παρά γιατί μ' αγάπησες.
Λιτότητα: Αντί για κάποια λέξη χρησιμοποιείται η αντίθετή της με άρνηση. π. χ. - πως τα πας με την υγεία σου; - όχι και πολύ καλά…)
Μεταφορά: Η ιδιότητα ενός προσώπου (ζώου, πράγματος, αφηρημένης έννοιας) μεταφέρεται σε άλλο πρόσωπο (ζώο, πράγμα, αφηρημένη έννοια) το οποίο την έχει σε μεγαλύτερο βαθμό και πιο εντυπωσιακή. π.χ. Έχει καρδιά πέτρινη.
Μετωνυμία: Οι λέξεις δε χρησιμοποιούνται με την αρχική τους σημασία, αλλά με διαφορετική, που έχει βέβαια κάποια σχέση με την αρχική. Για παράδειγμα, χρησιμοποιείται το όνομα του δημιουργού αντί για τη λέξη που δηλώνει το δημιούργημά του (π.χ. διαβάζω Όμηρο, αντί διαβάζω διαβάζω την Ιλιάδα ή την Οδύσσεια). Το όνομα του εφευρέτη αντί για τη λέξη που δηλώνει την εφεύρεση (Καλάσνικοφ (το όπλο) από το όνομα του κατασκευαστή του). Η λέξη που δηλώνει αυτό που περιέχει κάτι αντί για τη λέξη που δηλώνει το περιεχόμενο και αντίστροφα. (π.χ. κάτσε να πιούμε ένα ποτήρι..)
Ομοιοτέλευτο ή ομοιοκατάληκτο: Στο τέλος διαδοχικών προτάσεων ή περιόδων υπάρχουν λέξεις με καταλήξεις όμοιες ηχητικά.
(π.χ. Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο
βασιλεύει·
λαλεί πουλί, παίρνει
σπυρί, κι η μάνα το ζηλεύει).
Οξύμωρο: Συνδέονται δύο έννοιες που φαινομενικά αποκλείουν η μία την άλλη (είναι αντιφατικές μεταξύ τους), ωστόσο, όταν συνδυάζονται, εκφράζουν ένα λογικό νόημα. π.χ.
Πάω αργά γιατί βιάζομαι"
(αντιφ. λέξεις: αργά - βιάζομαι), ή "Χαίρε νύμφη ανύμφευτε", ή
και ακόμα "ζωντανός νεκρός", "Ελεύθεροι πολιορκημένοι"
Παραλληλία ή παραλληλισμός: Μια έννοια ή ένα νόημα εκφράζεται ταυτόχρονα και καταφατικά και αρνητικά με δύο ισοδύναμες αντίθετες εκφράσεις. (π. χ. Ναι, είναι νεκρός, δεν είναι ζωντανός).
Παρομοίωση: Συσχετίζεται η ιδιότητα ενός προσώπου (ζώου, πράγματος, αφηρημένης έννοιας) με την ιδιότητα κάποιου άλλου προσώπου, η οποία υπάρχει σε αυτό σε μεγαλύτερο βαθμό και είναι πιο εντυπωσιακή. Η παρομοίωση αρχίζει με τις λέξεις σαν, καθώς, όπως και με το σαν να, όταν έχουμε υποθετική παρομοίωση (με αναφορική παρομοιαστική πρόταση.
Παρονομασία ή παρήχηση ή ετυμολογικό σχήμα: Λέξεις που μοιάζουν ηχητικά (ομόηχες) συνήθως συγγενικές ετυμολογικά, βρίσκονται η μία κοντά στην άλλη. π.χ. Ήχος συρτός, συλλογιστός, συνέρημος...
Περίφραση: Μια έννοια εκφράζεται με δύο ή περισσότερες λέξεις, ενώ μπορούσε να εκφραστεί με μία. π.χ. Στη μάχη πολέμησε ο Γέρος του Μωριά, αντί ο Κολοκοτρώνης, η γηραιά ήπειρος, (αντί η Ευρώπη)
Πλεονασμός: Για να εκφραστεί ένα νόημα, χρησιμοποιούνται περισσότερες λέξεις από όσες χρειάζονται κανονικά. (π.χ. πάλι ξαναήρθε η άνοιξη, ανέβηκα επάνω στο δέντρο).
Πολυσύνδετο: Τρεις ή περισσότεροι όμοιοι όροι ή όμοιες προτάσεις συνδέονται με συμπλεκτικούς ή διαχωριστικούς συνδέσμους.. π.χ. ήταν και ευγενικός και έξυπνος και όμορφος και καλόκαρδος.
Προσωποποίηση: Αποδίδονται ανθρώπινες ιδιότητες σε μη ανθρώπινα: σε ζώα, σε φυτά, σε πράγματα και σε αφηρημένες έννοιες. (π.χ. αμπέλια τραβάν κατά τη θάλασσα).
Πρωθύστερο: Από δύο σχετικές ενέργειες ή έννοιες τοποθετείται στη σειρά του λόγου πρώτη εκείνη που είναι χρονικά και λογικά δεύτερη. (πχ. ξεντύθη ο νιος, ξεζώστηκε και στο πηγάδι μπήκε).
Συνεκδοχή: Οι λέξεις δε χρησιμοποιούνται με την αρχική τους σημασία, αλλά με διαφορετική, που έχει βέβαια κάποια σχέση με την αρχική. Έτσι δηλώνεται:
α) το ένα αντί για τα πολλά
α. Ο Κρητικός είναι πάντα
υπερήφανος
(αντί: Οι Κρητικοί είναι πάντα
υπερήφανοι)
β. Χαίρεται ο Τούρκος στ' άλογο
κι ο Φράγκος στο καράβι.
(αντί: Χαίρονται οι Τούρκοι στ' άλογο
κι οι Φράγκοι στο καράβι.)
β) το μέρος ενός συνόλου αντί για το
σύνολο ή αντίστροφα
α. Κάθε κλαδί και κλέφτης
(αντί: Κάθε δέντρο και κλέφτης)
β. Τα μαύρα μάτια την αυγή δεν
πρέπει να κοιμώνται
(αντί: η μαυρομάτα την αυγή δεν πρέπει
να κοιμάται)
γ) η ύλη αντί για το πράγμα που έχει
γίνει από την ύλη αυτή
α. Να τρώει η σκουριά το σίδερο
κι η γη τον αντρειωμένο.
(αντί: Να τρώει η σκουριά τα σιδερένια όπλα
κι η γη τον αντρειωμένο.)
δ) εκείνο που παράγει αντί για κείνο
που παράγεται από αυτό
α. Τρία τουφέκια του 'δωσαν, τα τρία
αράδα αράδα
(αντί: Τρεις τουφεκιές του
'δωσαν)
Υπερβατό: Ανάμεσα σε δύο όρους μιας πρότασης, οι οποίοι έχουν μεταξύ τους στενή λογική και συντακτική σχέση και θα έπρεπε να βρίσκονται ο ένας δίπλα στον άλλο, παρεμβάλλεται μια λέξη ή φράση και τους αποχωρίζει. (π.χ. Κάποια χρυσή, λεπτότατη στους δρόμους ευωδιά
(αντί: Κάποια χρυσή, λεπτότατη
ευωδιά στους δρόμους)
Υπερβολή: Παρουσιάζεται μια ενέργεια, μια ιδιότητα, μια κατάσταση κτλ. μεγαλοποιημένη σε βαθμό που βρίσκεται έξω από την πραγματικότητα και τα φυσικά όρια. π.χ. Σα δυο βουνά είναι οι πλάτες του
Υποφορά και ανθυποφορά: Σε αυτό το σχήμα υπάρχει η ακόλουθη διαδικασία: α) διατυπώνεται μια ερώτηση, β) ύστερα δίνεται πάλι με ερώτηση κάποια πιθανή εξήγηση στην απορία, γ) στη συνέχεια απορρίπτεται η εξήγηση αυτή, δ) και τέλος ακολουθεί η απάντηση για το τι συμβαίνει στην πραγματικότητα. π.χ.
i) Αχός βαρύς ακούγεται, πολλά τουφέκια πέφτουν.
ii) Μήνα σε γάμο ρίχνονται, μήνα σε χαροπόπι.
iii) Ουδέ σε γάμο ρίχνονται ουδέ σε χαροκόπι.
iv) Η Δέσπω κάνει πόλεμο με νύφες και μ' αγγόνια.
β.
i) Γιατί είναι μαύρα τα βουνά και στέκουν βουρκωμένα;
ii) Μην άνεμος τα πολεμά, μήνα βροχή τα δέρνει;
iii) Κι ούδ' άνεμος τα πολεμά, κι ουδέ η βροχή τα δέρνει.
iv) Μόνο διαβαίνει ο Χάροντας με τους αποθαμένους.
Χιαστό: Στο σχήμα αυτό δύο προτάσεις παρουσιάζουν την ίδια συντακτική και σημασιολογική δομή, αλλά οι όροι της μιας πρότασης είναι σε αντίστροφη θέση από αυτούς της άλλης π.χ.
Όταν
σε βλέπω
|
β
χαίρομαι
|
β1
λυπούμαι
|
α1
όταν
σε χάσω
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου